Δευτέρα 27 Ιουνίου 2022

Οι «φυσικοί νόμοι» και οι νόμοι της ρομποτικής

Γράφει ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Το 1651 το όνομα Λεβιάθαν έφυγε από το βιβλίο «Ιώβ» της Βίβλου, όπου προσδιόριζε ένα θαλάσσιο κήτος «βασιλέα πάντων των εν τοις ύδασιν», και μετακινήθηκε στην επικράτεια του πολιτικού στοχασμού. Αυτόν τον αρχαίο εβραϊκό όρο διάλεξε ο Άγγλος φιλόσοφος Τόμας Χομπς (1588-1679) σαν τίτλο του βιβλίου που εξέδωσε στο Παρίσι, όπου ζούσε αυτοεξόριστος, αλλά και σαν μετωνυμία του Κράτους. Χάρη στο σύγγραμμα αυτό, που προκάλεσε σφοδρές αντιρρήσεις, πρωτίστως του κλήρου και των αυλών, ο Χομπς χαρακτηρίζεται θεμελιωτής της νεότερης πολιτικής επιστήμης, της θεωρίας της γλώσσας και της εμπειρικής ψυχολογίας.
Κατά τον αντιαριστοτελικό Χομπς, «οι άνθρωποι είναι εγωιστικά αυτόματα, μηχανές που κινούνται συνεχώς και καταλήγουν αναπόφευκτα σε γενική σύγκρουση μεταξύ τους. Η καθολική σύγκρουση των κινούμενων ανθρώπινων αυτομάτων έχει αποτέλεσμα την απώλεια του μέγιστου αγαθού, της ζωής πολλών από αυτούς. Η εμπειρία του θανάτου εμπνέει φόβο που μεταλλάσσεται σε καταλυτικό κίνητρο για τη σύμπηξη της πολιτικής κοινωνίας. Στο σημείο αυτό ο Άγγλος στοχαστής παρεμβάλλει την έννοια του φυσικού δικαίου ή μάλλον των “νόμων της φύσης”» (από το λήμμα «Τόμας Χομπς» της «Ελληνικής Εκπαιδευτικής Εγκυκλοπαίδειας» της Εκδοτικής Αθηνών, που το υπογράφει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης).
Οι σκέψεις του Χομπς για τους ανθρώπους σαν μηχανές ή αυτόματα έχουν πείσει αρκετούς στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης να τον θεωρούν εισηγητή της ιδέας ότι ο νους μας λειτουργεί σαν υπολογιστικό σύστημα: οι συλλογισμοί μας βασίζονται σε μηχανιστικές αρχές ανάλογες των αριθμητικών κανόνων. Πέρασαν πάντως τρεις αιώνες ώσπου να υποστηριχθεί επιστημονικότερα από τον Άλλαν Τιούρινγκ, το 1950, ότι η νόηση είναι προϊόν ενός υπολογιστικού μηχανισμού. Σήμερα αναγνωρίζεται ως πατέρας της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όπως αναγνωρίζεται ως πατέρας του οικουμενικού πλέον όρου «ρομπότ» ο σπουδαίος Τσέχος λογοτέχνης Κάρελ Τσάπεκ. Στο θεατρικό του έργο «R.U.R.», που πρωτοπαίχτηκε στην Πράγα το 1921, εμπνευσμένος από κάποιον παλιό εβραϊκό μύθο για έναν μηχανικό άνθρωπο (γκόλεμ), παρουσιάζει τον κόσμο πλήρως εκμηχανισμένο, εξαρτημένο από ανθρωπόμορφους μηχανικούς εργάτες. Τελικά, τα ρομπότ, όπως τα ονομάζει (από την τσεχική λέξη «robota» = εργασία), εξολοθρεύουν τους δημιουργούς τους.
Στο Κράτος - Λεβιάθαν του Χομπς για να αποφευχθεί ο αυτοαφανισμός της ανθρωπότητας κυριαρχούν οι «νόμοι της φύσης», όπως ο ίδιος τους ανασημασιοδοτεί. Πρώτος και κύριος νόμος, η ειρήνη. Για να υπάρξει, πρέπει να κατισχύσει ο δεύτερος νόμος, δηλαδή οι εγωιστικές ανθρώπινες μονάδες να απεμπολήσουν οικειοθελώς τα δικαιώματά τους. Τρίτος νόμος (όχι όμως και τελευταίος, είναι καμιά ντουζίνα), να εξουσιοδοτήσουν έναν απόλυτο μονάρχη ως επιτηρητή του συμβολαίου που θα συνυπογράψουν. Αυτός είναι ο «ιδιοκτήτης» όλων των δικαιωμάτων. Οι αυτοαφοπλισμένοι υπήκοοι του αναμφισβήτητου απολυταρχικού Κυρίαρχου διασώζουν μόνο κάποιες οικονομικές ελευθερίες.
Τρεις είναι επίσης οι νόμοι που, αν ισχύουν, αποτρέπουν τον αφανισμό των δημιουργών από τα δημιουργήματα, των ανθρώπων από τα ρομπότ δηλαδή, ανθρωπόμορφα και μη. Ακριβώς ογδόντα χρόνια πριν, οι νόμοι αυτοί, όταν τους πρωτοδιατύπωσε σε διήγημά του ο Ισαάκ Ασίμοφ, φάνταζαν εντυπωσιακά επινοήματα ενός παραγωγικότατου μυαλού. Η διορατικότητα όμως του Ασίμοφ, ενός από τους πατριάρχες της επιστημονικής φαντασίας, που γεννήθηκε στη Ρωσία το 1920 και μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1928, όπου και πήρε την αμερικανική υπηκοότητα, ήταν εξαιρετική.
Σήμερα, με την τεχνητή νοημοσύνη να επεκτείνεται σε ολονέν περισσότερες περιοχές του ανθρώπινου βίου, οι νόμοι του συζητιούνται και έξω από τον χώρο της πεζογραφικής ή κινηματογραφικής μυθοπλασίας: στην πραγματική ζωή, όπου η αλματώδης τεχνολογική εξέλιξη προσφέρει κάποιες ελευθερίες αλλά αφαιρεί περισσότερες. Αίφνης, τι είναι οι περιβόητοι «αλγόριθμοι» που ρυθμίζουν πολλά και ποικίλα, από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ (να προσέξουμε να μείνουν άθικτα τα μπόνους των τσεο-παλικαριών, θα ’ναι κρίμα να χάσουμε από λαϊκιστική τσιγκουνιά τα ευρωπαϊκά πρωτεία στην ακρίβεια) έως το τι επιτρέπεται στο φέισμπουκ και τι όχι. Ή ποιες «ειδήσεις» (και διαφημίσεις) ταιριάζουν στο αλγοριθμικώς υπολογισμένο γούστο του καθενός.
Σε μεταγενέστερα μυθιστορήματά του ο Ασίμοφ πρόσθεσε έναν τέταρτο νόμο, και μάλιστα διά χειρός ενός ρομπότ, ο οποίος στην ουσία συνοψίζει όλους τους άλλους και παραδίδει σε πυκνή μορφή τους φόβους των ανθρώπων. Σύμφωνα με τον «μηδενικό νόμο της ρομποτικής», τα ρομπότ δεν μπορούν να βλάψουν την ανθρωπότητα δρώντας ούτε μπορούν να επιτρέψουν να υποστεί βλάβη αδρανώντας.
Ο κινηματογράφος, και μάλιστα ο χολιγουντιανός, μας έχει εξοικειώσει προ πολλού με κάθε είδους ρομπότ, αυτός είναι άλλωστε ο μέγας παραγωγός παραμυθιών οικουμενικής χρήσεως. Έχουμε δει καλοκάγαθα και φιλάνθρωπα ρομπότ, όπως εκείνο που ενσάρκωσε υπέροχα ο Ρόμπιν Ουίλιαμς στην ταινία «Ο άνθρωπος των δύο αιώνων», αλλά και φονικότατα, όπως ο «Εξολοθρευτής» - Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Στον «Πόλεμο των άστρων», ο ανθρωπόμορφος C-3PO και ο τενεκεδόμορφος φιλαράκος του R2D2 είναι οι σταθερές αξίες όσο τα όντα από σάρκα πάνε κι έρχονται από γαλαξία σε γαλαξία, πολεμώντας τη Σκοτεινή Πλευρά της Δύναμης. Και δεν πρέπει να υπάρχουν παιδιά στον λεγόμενο αναπτυγμένο κόσμο, που να μην πέρασαν από τα παιχνίδι τους με τρανσφόρμερ στην παρακολούθηση, πάλι και πάλι, των ταινιών που ιστορούν τον πόλεμο των δύο μηχανικών φυλών του πλανήτη Σάιμπετρον, ικανών να μετατρέπονται σε οτιδήποτε: των καλών Ότομποτς και των μοχθηρών Ντισέπτικονς.
Να φοβόμαστε άραγε την τεχνητή νοημοσύνη; Μάλλον. Ο άνθρωπος, το ξέρουμε, δεν υπακούει σε αυτοπεριορισμούς ηθικής ή άλλης τάξεως. Από περιέργεια, όρεξη του ειδέναι ή σκέτη φιλαργυρία θα δοκιμάσει και θα ρισκάρει τα πάντα. Ακόμα και το ενδεχόμενο της αυτοκαταστροφής του. Ετσι αρμόζει στους θεούς. Και ο άνθρωπος νιώθει ήδη θεός, που σημαίνει ότι και τα δημιουργήματά του θα πέσουν στην ίδια ακριβώς πλάνη. Η σπουδαία ταινία του Τζον Κάρπεντερ «Σκοτεινό αστέρι», αφιερωμένη στο «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, προξενεί οδυνηρές σκέψεις, και μάλιστα με τον τρόπο της σάτιρας.
Στα μέσα του 22ου αιώνα το διαστημόπλοιο «Dark Star» καταστρέφει εκτροχιασμένους πλανήτες σε μακρινούς γαλαξίες. Κάποια μέρα μια ηλεκτρομαγνητική εμπλοκή ενεργοποιεί κατά λάθος τη «Βόμβα Νο 20». Το πλήρωμα αδυνατεί να την αφοπλίσει. Ο αστροναύτης Ντούλιτλ δοκιμάζει να της αλλάξει μυαλά, πιάνοντας μαζί της μια εξεζητημένη φιλοσοφική και θεολογική κουβέντα. Η βόμβα δείχνει να πείθεται. Αναστοχάζεται όμως όσα άκουσε, συμπεραίνει πως είναι θεός, αφού δημιουργεί φως με την έκρηξη, και εκρήγνυται απαγγέλλοντας την αρχή της βιβλικής «Γενέσεως». Και κυρίως το «Γενηθήτω φως».

Σάββατο 25 Ιουνίου 2022

«Η Ιατρική ως ευχαριστία»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Την Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022, θα πραγματοποιηθεί η 22η ομιλία του κύκλου διαδικτυακών μαθημάτων «Υγεία και Θρησκεία» με θέμα: «Η Ιατρική ως ευχαριστία» από τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, Καθηγητή Θεολογίας & Ακαδημαϊκό.
Ο κύκλος των μαθημάτων διοργανώνεται από το Ινστιτούτο Prolepsis, σε συνεργασία με την Επιστημονική Εταιρεία Φοιτητών Ιατρικής Ελλάδος και τελεί υπό την Αιγίδα της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Τα μαθήματα επιμελείται και συντονίζει ο Ομότιμος Καθηγητής της Χειρουργικής, π. Δημήτρης Λινός.

Παρακολουθήστε ζωντανά την ομιλία εδώ: https://youtu.be/zmGNdT4FAZ4

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2022

Ο Ξένος, ο Άλλος, ο Διαφορετικός. Ταυτότητα και Ετερότητα στη Λογοτεχνία




Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

12.00. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΓΑΡΑΝΤΟΥΔΗΣ, Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας ΕΚΠΑ, Υπεύθυνος του Προγράμματος ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. Παρουσίαση του Προγράμματος και της Ιστοσελίδας: «Ο Ξένος, ο Άλλος, ο Διαφορετικός. Ταυτότητα και Ετερότητα στη Λογοτεχνία».
12.15. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ, Θεολόγος. «Προσφυγιά και μετανάστευση στο έργο του Φώτη Κόντογλου και του Ηλία Βενέζη. Μια διδακτική πρόταση για το Λύκειο».
12.30. ΜΑΡΙΑ ΖΕΡΒΟΥ, Φιλόλογος. «Δημήτρης Νόλλας: “Στο δρόμο για το Βούπερταλ”. Ιεραρχήσεις του ρατσισμού. Μια διδακτική πρόταση για το Λύκειο».
12.45. ΔΩΡΑ ΜΕΝΤΗ, Ε.ΔΙ.Π. Τμήμα Φιλολογίας ΕΚΠΑ. «Θανάσης Βαλτινός:"Ένα γράμμα της Χαράς [από τη Νότια Αφρική]". Μια διδακτική πρόταση για το Γυμνάσιο».
13.00. ΜΥΡΣΙΝΗ ΣΤΕΚΑ, Εκπαιδευτικός σε Ξενώνα Εκπαίδευσης Ανηλίκων Προσφύγων. «"Έξυπνος σαν αλεπού ή σαν κλέφτης;" Σχήματα λόγου σε άλλο συμφραζόμενο».
13.15. ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΠΑΥΛΟΥ, Εκπαιδευτικός, Συντονιστής Εκπαίδευσης Προσφύγων ΚΥΤ Λέσβου. «Άνθρωποι εν κινήσει. Ιστορίες σε “ξένη” γλώσσα».
13.30 – 14.00. Συζήτηση.

ΑΙΘΟΥΣΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΠΡΟΤΥΠΟΥ ΓΕ.Λ. ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

28 Ιουνίου 2022 - ΩΡΑ: 12.00 – 14.00.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022

Διεθνές Συνέδριο: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΠΙΝΟΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Από την εποχή της διαμάχης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, η ιδέα της Ανατολής και το επίθετο «ανατολικός» αρχίζουν βαθμιαία να υποκαθιστούν την έννοια της καθολικότητας της Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αποκαλείται πλέον «Ανατολική», οι πιστοί της κατοικούν κυρίως στην Ανατολική Μεσόγειο και την Ανατολική Ευρώπη, ενώ η ιδιότητα αυτή ως στοιχείο ταυτότητας θα διαφοροποιήσει τους Ορθόδοξους από τους Ρωμαιοκαθολικούς και αργότερα από τους Προτεστάντες. Τι σημαίνει όμως στην πράξη το να είναι κανείς «ανατολικός» και ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που ορίζουν την ιδέα της Ανατολής; Γιατί στο Ορθόδοξο φαντασιακό η ιδέα της Ανατολής και η κατηγορία του «Ανατολικού» και της «Ανατολικής» προσέλαβαν τόσο μεγάλη σημασία; Πώς συγκροτείται η ιδέα της «Ανατολής» μέσα από ό,τι θεωρείται ως κατεξοχήν χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας (Πατερική θεολογία, Παλαμισμός και Νεο-παλαμισμός, λειτουργική και μοναστική παράδοση, ευχαριστιακή εκκλησιολογία, εικονογραφία και εικονολογία, παλαιό Ημερολόγιο, μυστική θεολογία, πολιτική παράδοση του Βυζαντίου κλπ); Και τέλος, σε ποιο βαθμό τα παραπάνω συνιστούν γνήσιες εκφράσεις του εκκλησιαστικού ήθους και της Ορθόδοξης θεολογικής αυτοσυνειδησίας και σε ποιο βαθμό βρισκόμαστε ενώπιον ενός φαινομένου «κατασκευής» και «επινόησης»;
Με τα θέματα αυτά προτίθεται να ασχοληθεί το διεθνές συνέδριο «Ορθόδοξες Επινοήσεις της Ανατολής» (Orthodox Constructions of the East) που διοργανώνει η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου σε συνεργασία με το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Φόρντχαμ (Νέα Υόρκη, Η.Π.Α.), την Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Μύνστερ (Γερμανία), την Ορθόδοξη Θεολογική Ακαδημία «Άγιος Ιγνάτιος» (Στοκχόλμη, Σουηδία), το Κέντρο για τη Μελέτη του Πολιτισμού και του Χριστιανισμού (Βελιγράδι, Σερβία), το Κέντρο για τη Φιλοσοφία και τη Θεολογία (Τρεμπίνιε, Βοσνία - Ερζεγοβίνη), το Βιβλικό Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Ανδρέα (Μόσχα, Ρωσία), το Ρουμανικό Ινστιτούτο Διορθοδόξων, Διαχριστιανικών και Διαθρησκειακών Σπουδών (INTER, Κλουζ - Ναπόκα, Ρουμανία) και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών (EFOST, Βρυξέλλες, Βέλγιο).
Το Συνέδριο, το οποίο προγραμματιζόταν για τον Μάιο του 2020 αλλά αναβλήθηκε λόγω της πανδημίας, θα πραγματοποιηθεί το τριήμερο 16 ως 18 Ιουνίου 2022 στο Συνεδριακό Κέντρο «Θεσσαλία», στα Μελισσάτικα του Βόλου, με ταυτόχρονη μετάδοση στο κανάλι της Ακαδημίας στο YouTube, και θα ολοκληρωθεί στις 19 Ιουνίου με την πρωινή Θεία Λειτουργία.

Η έναρξη είναι στις 18.00 την Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022.

Οι ομιλητές του Συνεδρίου είναι οι εξής:
  • ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ: Χρήστος Γιανναράς, Ομότιμος Καθηγητής, Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικών Επιστημών, Αθήνα: Η επινόηση της Ανατολής μέσα από τη Φιλοκαλία και το Πηδάλιο: Το ασυμβίβαστο του εκκλησιαστικού τρόπου ζωής με το νομικό πνεύμα.
  • Michael Hjälm, Κοσμήτωρ της Ορθόδοξης Θεολογικής Ακαδημίας «Άγιος Ιγνάτιος», Στοκχόλμη, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Ουψάλα, Σουηδία: Τοποφιλία της Ανατολής / Μεταφυσική του τόπου και του χώρου.
  • George Demacopoulos, Συν-ιδρυτής και Συν-διευθυντής του Κέντρου Ορθόδοξων Χριστιανικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Φόρντχαμ, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ: Ο Ιουστινιανός, ο Πούτιν και η βαριά σκιά της λατρείας του αυτοκράτορα.
  • Perry Hamalis, Καθηγητής Θρησκευτικών Επιστημών, Κολλέγιο Νορθ Σέντραλ, Ιλλινόις, ΗΠΑ: Επινοώντας την ιδέα της Ανατολής μέσα από την παράδοση της «Συμφωνίας».
  • Elias El Halabi, Αναπληρωτής Διευθυντής του Κέντρου Αραβικών Σπουδών και Διαπολιτισμικού Διαλόγου «Σεΐχης Ναχαγιάν», Πανεπιστήμιο Μπαλαμάντ, Λίβανος: Επινοώντας την ιδέα της Ανατολής στο ισλαμικό περιβάλλον.
  • Αικατερίνη Τσαλαμπούνη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Θεολογική Σχολή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Επινοώντας την ιδέα της Ανατολής μέσα από τη διαλεκτική αντίθεση Πατερικής Θεολογίας και Καινής Διαθήκης.
  • Assaad Elias Kattan, Καθηγητής στην Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας, Πανεπιστήμιο Μύνστερ, Γερμανία: Ο Μάξιμος ο Ομολογητής στη σφαίρα του φαντασιακού: ένας πατέρας της Εκκλησίας μεταξύ δημιουργικής πρόσληψης και υπερερμηνείας.
  • Σταύρος Γιαγκάζογλου, Επίκουρος Καθηγητής, Θεολογική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών: Ανατολή και Δύση: Η επινόηση της ιδέας της Ανατολής και ο αντιδυτικισμός στον Παλαμισμό και Νέο-παλαμισμό.
  • Vukašin Milićević, Καθηγητής, Θεολογική Σχολή, Πανεπιστήμιο Βελιγραδίου, Σερβία: Η επινόηση της Ανατολής μέσα από το ζήτημα του Ημερολογίου.
  • Davor Džalto, Πρόεδρος του Κέντρου Μελέτης του Πολιτισμού και του Χριστιανισμού, Βελιγράδι, Σερβία, Αναπληρωτής Κοσμήτορας της Ορθόδοξης Θεολογικής Ακαδημίας «Άγιος Ιγνάτιος», Στοκχόλμη, Σουηδία: Τι είναι «ανατολικό» στην παραδοσιακή Ορθόδοξη εικονογραφία;
  • Βασίλειος Ν. Μακρίδης, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Έρφουρτ, Γερμανία: Αυθεντικότητα, Αποκλειστικότητα, Ανωτερότητα: Επινοώντας την ιδέα της Ανατολής στον κόσμο του Ορθόδοξου Μοναχισμού και της αναγέννησης του.
  • Regula M. Zwahlen, Πανεπιστήμιο Φριβούργου, Ινστιτούτο Οικουμενικών Σπουδών, Ερευνητικό Κέντρο «Σέργιος Μπουλγκάκωφ»: Η επινόηση της Ανατολής από τους Σλαβόφιλους: Μια τραγωδία στην ιστορία της Ευρωπαϊκής διανόησης.
  • π. Δημήτριος Μπαθρέλλος, Επισκέπτης Καθηγητής, Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Κέιμπριτζ, Μέλος του Δ.Σ. της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου: Επινοώντας την ιδέα της Ανατολής μέσα από την Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία.
  • Παντελής Καλαϊτζίδης, Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Ερευνητικός Εταίρος των Πανεπιστημίων Μύνστερ και ΚU Leuven: Για την επινόηση της ιδέας της Ανατολής μέσω του Χριστιανικού Ελληνισμού και της Μυστικής Θεολογίας: π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ και Βλαδίμηρος Λόσσκυ.
  • Sarah Riccardi-Swartz, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Νορθήστερν, ΗΠΑ: Ανατολικές Ορθοδοξίες: Πολιτική Τεχνολογία και η δημιουργία Νέων Αμερικανικών Κόσμων.
  • Candace Lukasik, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Μισσισσιπή, ΗΠΑ: Μεταξύ Ανατολής και Δύσης: Οι Κόπτες Χριστιανοί ως Μετανάστες και Μάρτυρες.

Στο Συνέδριο θα παρευρεθούν οι Οικουμενικοί παρατηρητές που θα παρουσιάσουν τον σχολιασμό τους πριν τη λήξη του Συνεδρίου:
  • Peter de Mey, Καθηγητής και αναπληρωτής κοσμήτωρ, Σχολή Θεολογίας και Θρησκευτικών Επιστημών, Λέβεν, Βέλγιο.
  • π. Παναγιώτης Κανταρτζής, Επισκέπτης Καθηγητής στο Ελληνικό Βιβλικό Κολλέγιο, Διευθυντής του Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Ανατολικού Ορθόδοξου Χριστιανισμού, Αθήνα.

Το Συνέδριο είναι ανοιχτό για το κοινό με φυσική παρουσία, απαιτείται όμως εγγραφή στη διεύθυνση https://forms.gle/yjzu6FmpKR59mkwX9 με κόστος 10 ευρώ (με φάκελο του Συνεδρίου και 4 διαλείμματα καφέ) ή 20 ευρώ (με φάκελο, 4 διαλείμματα καφέ & 2 γεύματα).

Ο σύνδεσμος, για όποιον θέλει να το παρακολουθήσει ζωντανά από μακριά το Συνέδριο, είναι https://bit.ly/3GEJHCz 

Η ήττα συνεχίζεται...

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Με αφορμή όσα γράφονται και ακούγονται για τον αγαπητό Χρυσόστομο Σταμούλη, Καθηγητή στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ, ας μου επιτραπεί το παρακάτω σύντομο σχόλιο. Παραφράζοντας τον Άγγελο Τερζάκη πιστεύω ότι «κινδυνεύουμε» να γίνουμε ή, καλύτερα, έχουμε γίνει ένα «παλκοσένικο με ατέλειωτη σειρά από νούμερα», ν ο ύ μ ε ρ α με ρόλο ιεροεξεταστή. Στην παραζάλη τους απάνω δεν θα διστάσουν, στην πλατεία Αριστοτέλους, να στήσουν και την πυρά για το κάψιμο των βιβλίων του. Γραφικότητες, ανορθολογισμοί, φανατισμοί, φονταμενταλισμοί και πολλοί άλλοι παρόμοιοι –ισμοί, θα μου πείτε: μην τους δίνουμε και τόση σημασία. Ναι, θα συμφωνήσω, αλλά είναι επικίνδυνοι γιατί η ήττα με δαύτους συνεχίζεται…

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2022

«Βασιλεύ ουράνιε…». «Είδομεν το φως το αληθινόν…»

Κυριακή, 29 Μαΐου, 1977

Πεντηκοστή

Μιά από τις πιο αγαπητές μου γιορτές. Όμορφες ακολουθίες χθες και σήμερα. «Βασιλεύ ουράνιε…». «Είδομεν το φως το αληθινόν…». Το ανέκφραστο πνεύμα της ακολουθίας, όπου τα πάντα είναι ανοιχτά, τα πάντα αποκεκαλυμμένα. Όταν τοποθετηθεί η θεολογία μέσα σε πλαίσιο ευκολίας, τότε ουσιαστικά εκμηδενίζει τα πάντα.
Πολλές εξομολογήσεις. Όμορφη, ηλιόλουστη, κρύα μέρα. Θεός, κόσμος, υπεραφθονία ζωής. Τι άλλο χρειάζονται οι άνθρωποι; Για τί άλλο μπορεί κανείς να διψά; «Είδομεν το φως το αληθινόν…». Μας αρκεί.

Τρίτη, 31 Μαΐου, 1977

Χθες, Δευτέρα του αγίου Πνεύματος, πήγα με τη Λ. στον άγιο Τύχωνα για τη δική τους επιμνημόσυνη ακολουθία. Η Λειτουργία έγινε με έξι επισκόπους στο ύπαιθρο, πολύ κόσμος, ανοιξιάτικη ηλιόλουστη μέρα σ’ όλη της τη δόξα. Βρισκόμενος όλη την ώρα μέσα στη λειτουργική «αναστάτωση» που δημιουργεί μια αρχιερατική Λειτουργία – παρόλο που είμαι τόσο συνηθισμένος σε κάθε της λεπτομέρεια -, σκεφτόμουν πάλι πως στην Εκκλησία βρίσκομαι στο σπίτι μου, αν και τόσες φορές αμφιβάλλω για πολλές εκκλησιαστικές λεπτομέρειες. Ένα γάλαζιο παράθυρο και ένα πλούσιο φως να χύνεται απ’ αυτό – μια άμεση επαφή με τη χαρά και την ειρήνη του αγίου Πνεύματος. Όσο ταλαιπωρημένη κι αν είναι η Εκκλησία, όσο χοντροκομμένη και κοσμική κι αν έχει γίνει η εκκλησιαστική ζωή, παρ’ όλους τους τόσους μοναδικά ανθρώπινους, πολύ ανθρώπινους θριάμβους της Εκκλησίας – μόνο μέσα από την Εκκλησία μπορούμε να δούμε το φως της Βασιλείας του Θεού. Μπορούμε όμως να δούμε αυτό το φως και να αγαλλιάσουμε γι’ αυτό, μόνο εφόσον απαρνηθούμε τον εαυτό μας, εφόσον απελευθερωθούμε από την υπερηφάνεια, τη στενομυαλιά και τον καταναγκασμό.


π. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΜΕΜΑΝ. (2018). Ημερολόγιο (1973-1983). Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 286-287.

Κυριακή 12 Ιουνίου 2022

«Η Σμύρνη, η Ελλάδα, οι προδοσίες, τα μαχαιρώματα, οι ατίμωσες κι όλη η ντροπή και η καταφρόνια των πολιτισμένων με ξεγύμνωσαν…»







ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ. (1992). «Επιστολή στην Ιωάννα Τσάτσου» - ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΑΤΣΟΥ. «Γιώργος Σεφέρης / Οι μνήμες». Ευθύνη. 252/609-610 & 611-613.

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2022

Τα Σουλού και ο Αριστοτέλης

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Φέτος αποφάσισα να ελέγξω τις γνώσεις μου. Ως εκ τούτου, ακολουθώντας τις συμβουλές του κ. Στέφανου Μάνου, ο οποίος θεωρεί ότι το ιδανικό κριτήριο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών μονάδων είναι οι επιδόσεις τους στις λεγόμενες «πανελλαδικές» εξετάσεις, αποφάσισα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου, μπαίνοντας στη θέση των υποψηφίων. Προχθές προσπάθησα να εκτιμήσω την αξία του ταγαριού, είδους τσάντας παρηκμασμένου, το οποίο όμως φαίνεται ότι διατηρεί τη λογοτεχνική του αξία. Χθες δημοσίευσα επιστολή αναγνώστριας, που μου εξέφραζε την αγανάκτησή της για τον τρόπο των εξετάσεων στις «ανθρωπιστικές σπουδές». Αν και υπερασπιστής της διδασκαλίας των λατινικών στη Μέση Εκπαίδευση, όταν είχα διαβάσει την εισαγωγή στο μάθημα, είχα αισθανθεί σαν τον Γάιο Καλλιγούλα που επέβαλε στη Σύγκλητο την αποθέωση του αλόγου του. Αυτή η εισαγωγή αποδίδει το πνεύμα του λατινικού πολιτισμού. «Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι», που έλεγε και ο Οβελίξ. Αν ο στόχος των εξεταστών ήταν να εξηγήσουν στους σημερινούς εφήβους για ποιον λόγο πρέπει να αλλάζουν πεζοδρόμιο αν συναντήσουν κάνα Ρωμαίο στον δρόμο, τα κατάφεραν μια χαρά.
Ώσπου έφτασε η μέρα να εξεταστώ στα αρχαία ελληνικά. Ωραία πράγματα. Αριστοτέλης, Επίκτητος και Θουκυδίδης, ούτε λίγο ούτε πολύ. Και πέφτω πάνω στο τμήμα που στο ιδιόλεκτο των εξετάσεων ονομάζεται Σουλού. Ανθρωπομορφική εκδοχή του διλήμματος «Σωστό» ή «Λάθος». Είναι σωστό ή λάθος ότι ο Αριστοτέλης υποστηρίζει πως «η γνώση των ηθικών αξιών δημιουργεί την οικογένεια και την πόλη»; Απάντηση: «Σου», ήτοι «σωστό». Αν κάποιος υποψήφιος σκεφτεί με την κοινή λογική και καταλήξει ότι αυτό δεν στέκει, δεν προϋπάρχει η γνώση της κοινωνίας από την ίδια την κοινωνία, ο διορθωτής θα σημειώσει «Λου». Τώρα κάποιος πιο υποψιασμένος μπορεί να πει ότι άλλο η «αίσθησις» του αγαθού και κακού και δικαίου και αδίκου και άλλο η γνώσις. Σε αυτήν την περίπτωση ίσως να γινόταν το θαύμα. Ίσως ο υποψήφιος να ήταν υποχρεωμένος να εξηγήσει τη διαφορά της «αισθήσεως» από τη «γνώση», κατά Αριστοτέλη, κι αν ήταν αρκετά ικανός, να βοηθούσε και τον εξεταστή του να την αντιληφθεί. Πάντως, όταν οι κυρίες και οι κύριοι φωνάζουν για την αξία της αρχαίας γραμματείας και υποστηρίζουν ότι η διδασκαλία της γλώσσας περιορίζει τους ορίζοντες της σκέψης, ας αναλογισθούν τη νοηματική διαφορά ανάμεσα στην «αίσθηση» και στη «γνώση». Κι αν θέλουν να ξεμπερδεύουν μαζί της για να περάσουν τις πανελλαδικές, οι εξεταστές, όχι οι εξεταζόμενοι, ας σκεφθούν, αν τους ενδιαφέρει και αν μπορούν, ότι η παπαγαλία δεν τους επεβλήθη. Μόνοι τους την έφτιαξαν.

Ο Χριστιανισμός και η Εκκλησία στα χρόνια που έρχονται

«Ο Χριστιανισμός δεν είναι μόνο για τους Χριστιανούς”. Οι λέξεις είναι δικές μου [στα βιβλία μου: Ο Χριστιανισμός και η εποχή μας, Αθήναι 1953, σ. i, και Ascent to Faith, Exposition Press, New York, p. 14]. Αλλά το νόημα των λέξεων αυτών δεν είναι δικό μου. Είναι το βασικό νόημα του Χριστιανισμού. Δεν σταυρώθηκε ο Χριστός μόνο για τους Χριστιανούς. Σταυρώθηκε για τον άνθρωπο, για όλους τους ανθρώπους. Έτσι, μπορεί ν’ αγκαλιάσει η Εκκλησία του Χριστού η αθέατη, εκείνη που δεν έχει όρια κ’ εκείνους που δε θα το θελήσουν και που, αν και θα ζουν μέσα της, θα νομίζουν ότι έμειναν μακριά της». Παναγιώτης Κανελλόπουλος.


«Η Εκκλησία του Χριστού θα πάρει την άξια θέση της στον σύγχρονο κόσμο, αν ξαναγυρίσει στην αφετηρία της, αν ξαναγίνει η στέγη και η καταφυγή των αδικημένων και κατατρεγμένων. Για να εκσυγχρονισθεί η Εκκλησία, πρέπει να καταδεχθεί να κατεβεί πάλι στις Κατακόμβες». Παναγιώτης Κανελλόπουλος.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

Η λογοτεχνία κρατάει ταγάρι

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

«Της έδειξα το ταγάρι και συγκινήθηκε». Σημείωση συντάκτη: Η συγκεκινημένη δεν είναι μέλος της οργάνωσης Ρήγας Φεραίος, που θυμήθηκε τα νιάτα της. Πρόκειται για τη γιαγιά της αφηγήτριας στο διήγημα του Θανάση Βαλτινού «Οικογενειακή Ιστορία». Υποσημείωση εξεταστή: «Ταγάρι» είδος τσάντας. Παραλείπεται η μεταφορική χρήση της λέξης «ταγάρι», που στην εποχή της νεότητός μου ήταν κάτι αντίστοιχο με τον χαρακτηρισμό κάποιου ή κάποιας ως «πατσαβούρας» – στο πιο ελαφρύ, παρακαλώ. Ερώτηση κρίσεως προς τους εξεταζομένους: «Eσείς αν ήσασταν στη θέση της αφηγήτριας, θα κρατούσατε το ταγάρι ή όχι και γιατί;». Απορία εξεταζομένου: «Ανεξαρτήτως φύλου;». Σχόλιο εξεταστή: «Oχι σεξιστικά σχόλια, παρακαλώ». Δεν είναι τίποτε φοβερό. Είναι το ένα από τα τρία θέματα που δόθηκαν στους υποψηφίους για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις στο μάθημα «Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία». Το δεύτερο φέρει τον βαρύγδουπο τίτλο «Γιατί να μαθαίνουμε Ιστορία;» απόσπασμα από βιβλίο του Ραϋμόνδου Αλβανού, που προσφέρεται για άσκηση κοινότοπων ιδεών, και το τρίτο από την πρωθιέρεια της ποίησης Κική Δημουλά, με τίτλο «Θυμάμαι, άρα ζω;», στο οποίο η ποιήτρια μάς δείχνει πώς ένα λογοπαίγνιο αρκεί όχι μόνο για να θεωρηθείς μεγάλη ποιήτρια αλλά και για να υπερβείς τα όρια της καρτεσιανής φιλοσοφίας. «Σκέφτομαι άρα υπάρχω», ο Καρτέσιος. «Θυμάμαι, άρα ζω» η Δημουλά.
Σήμερα θα ασχοληθώ με το ταγάρι. Ζητώ την κατανόησή σας. Στα νιάτα μου φλέρταρα, και ερωτεύθηκα πλειστάκις, με κοπέλες που το κρεμούσαν στον ώμο τους. Oταν αντίκρισα για πρώτη φορά τσάντα Louis Vuitton, αισθάνθηκα το ίδιο πολιτισμικό σοκ που αισθάνθηκα όταν σε παιδικό πάρτι της κόρης μου άκουσα συμπαθή μαμά να μου λέει: «Ο γιος μου πάει στο Αρσάκειο». Παρ’ όλ’ αυτά, τη συνήθισα. Oλα τα συνηθίζεις.
Την εκτίμησή μου για τη λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού την έχω ήδη επιδείξει. Δεν χρειάζεται ως εκ τούτου να την επαναλάβω εδώ για να εξηγήσω ότι όσα ακολουθούν δεν αφορούν το έργο του, αλλά τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζει η εκπαίδευση τη λογοτεχνική δημιουργία και τον τρόπο προσέγγισής της. Δεν πονάει, κυρίες και κύριοι. Κι αν εσείς, ως εξεταστές, βαριέστε να διαβάσετε και να κρίνετε ένα λογοτεχνικό κείμενο, υπακούοντας στους όρους που το ίδιο θέτει, δεν σας φταίνε τίποτε οι έφηβοι από τους οποίους στερείτε, με δική σας ευθύνη, μία από τις πιο γενναιόδωρες εκδοχές της σκέψης, την ανάγνωση της λογοτεχνίας. Η ανάγνωσή της προϋποθέτει την απόλαυση. Κι αν τη στερήσεις αυτή, δεν μένει παρά το ταγάρι και μερικές οδηγίες συναρμολόγησης.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2022

Ἔφυγε ἀπό τὴ ζωὴ ὁ Ἀντώνης Ζέρβας

Γράφει ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΑΛΚΟΣ


Μὲ βαρειὰ καρδιά, κάθομαι νὰ γράψω γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ σημάδεψε ὄχι μόνο τὴν ζωή μου -αὐτὸ στὸ κάτω - κάτω δὲν πολυενδιαφέρει- ἀλλὰ τὰ πνευματικά μας πράγματα, μ᾿ ἕναν τρόπο ποὺ ἐλάχιστα γίνεται κατανοητὸς σήμερα.
Ἐὰν οἱ ὑποθέσεις τοῦ πνεύματος συνεχίσουν νὰ ἀπασχολοῦν τοὺς ἀνθρώπους τοῦ μέλλοντος -πρᾶγμα διόλου εὐνόητο καὶ αὐτονόητο- τότε θὰ σκύψουν ἐνδεχομένως πάνω στὰ πνευματικὰ πεπραγμένα τοῦ Ἀντώνη Ζέρβα, καὶ θὰ τοῦ ἀποδώσουν τὶς ὀφειλόμενες τιμὲς ποὺ ἡ συνωμοσία τῶν πνευματικῶν μετριοτήτων τοῦ ἀρνήθηκε.
Ὁ Ἀντώνης Ζέρβας, ὁ ποιητής, ὁ μεταφραστής, ὁ δοκιμιογράφος, ὁ κριτικός, ὁ ἄνθρωπος τῶν γραμμάτων καὶ τῶν τεχνῶν, ἀνῆκε στὴν γενιὰ τῶν Ἑλλήνων ποὺ διαμόρφωσαν τὸ πνευματικό τους πρόσωπο σὲ συνάφεια μὲ τὸν πνευματικὸ κόσμο τῆς Δύσης, εὐρωπαϊκῆς καὶ ἀμερικάνικης, τὸν ὁποῖο γνώρισαν εἰς βάθος καὶ μὲ τὸν ὁποῖο συνωμίλησαν ἐν πολλοῖς ὡς ἴσοι πρὸς ἴσον. Ὁ Κωστῆς Παπαγιώργης, μὲ τὸν ὁποῖο συμπορεύτηκε ὁ Ζέρβας, μὲ ὅλα τὰ σκαμπανεβάσματα ποὺ συνεπάγεται ἡ γειτνίαση ἐξ ὁρισμοῦ «δύσκολων», «ἐκρηκτικῶν» χαρακτήρων, διεκδικητῶν τῆς πνευματικῆς / μορφωτικῆς ἀριστείας, δίνει τὸ στίγμα τοῦ τί δὲν ἦταν αὐτὴ ἡ ὀλιγάριθμη, «εὐρωσπουδαγμένη» γενιά: «Μάλιστα ξέρουμε πολλοὺς ξενοσπουδασμένους ποὺ προτιμοῦν νὰ συνδιαλέγονται γαλλιστὶ ἢ ἀγγλιστὶ καὶ νὰ θεωροῦν τὴν Ἑλλάδα χεσμένο τόπο…».
Ὁ Ἀντώνης Ζέρβας, στὶς ἀνέκδοτες ἀκόμα Ὑποθῆκες ἀπὸ τὸ τελευταῖο κρεββάτι τῆς ζωῆς, περιγράφει τὸ ἦθος καὶ τὴν συμπεριφορὰ αὐτῆς τῆς «μικρῆς» γενιᾶς:
«Παρίσι, 17 χρονῶν, μὲ τὸν Κωστῆ, τὸν Νίκο, τὸν Λάκη, τὸν Ζιαμπάκα καὶ μὲ τὸν Στυλιανὸ ἀργότερα ἀλλὰ καὶ μερικοὺς ἄλλους ποῦ καὶ ποῦ, τοῦ ἰδίου φυράματος, ἐγκρατεῖς φιλολόγους καὶ ἔντιμους, μαζὶ μὲ τὴν ἄσβεστη φιλοσοφικὴ φλόγα τοῦ πιτσιρικᾶ Μαρσέλου, σὺν τὴ μορφὴ τοῦ λεπτότατου Κώστα Ζαφειρόπουλου, ἀπὸ τοὺς λίγους ποὺ ἔνοιωθαν.
Ἤμασταν ὑπερόπτες, περιφρονητικοί, ὀξύθυμοι. Ἕτοιμοι νὰ ἀλληλοσφαχτοῦμε καὶ νὰ ξαναφιληθοῦμε. Δὲν δεχόμασταν ἐπαίνους καὶ καλὰ λόγια. Δὲν ἤμασταν τῆς πιάτσας, ἀλλὰ τῆς ἄκρης καὶ τῶν ἄκρων. Καγχάζαμε μὲ τοὺς τίτλους «ποιητὴς» καὶ «φιλόσοφος».
«Μετρᾶμε καὶ μαλώνουμε», ἔλεγε ὁ Κωστῆς. […]
Ὑπερόπτες, ὀξύθυμοι, περιφρονητικοί!
Ὅλο τὸ ἑλληνοευρωπαϊκὸ μάθημα σχεδὸν στὸ πρωτότυπο! Αusgezeichnet! Δὲν διαβάζαμε σελίδες, μελετούσαμε βιβλία.
Πιὸ Γάλλοι ἀπὸ τοὺς Γάλλους, πιὸ Ἕλληνες ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες».
Ἡ μέριμνα γιὰ τὴν πορεία, πολιτική, πολιτισμική, πνευματική, τῆς Ἑλλάδας καὶ τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἡ ἔγνοια τοῦ «τί σημαίνει σήμερα νὰ εἶσαι Ἕλληνας καὶ νὰ ἐκφράζεσαι στὰ ἑλληνικὰ» συνώδευσε τὸν Ἀντώνη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς νιότης του μέχρι τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ζωῆς του. Σπούδασε Κοινωνιολογία τῆς Λογοτεχνίας στὸ Παρίσι καὶ Ἀγγλικὴ Φιλολογία στὸ Λονδίνο καὶ ἀφέθηκε στὴν γοητεία τοῦ ἔργου καὶ τῆς προσωπικότητας τοῦ Ἔζρα Πάουντ, ποὺ δὲν θά ᾿ταν ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε πὼς οἱ λογαριασμοὶ μαζί του ποτὲ δὲν ἔκλεισαν, ἔτσι ὅπως στοίχειωσε τὴν πνευματική του ζωή.
Στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ᾿80, μετὰ τὴν στρατιωτική του θητεία ὡς Στρατιωτικοῦ Διερμηνέως Γαλλικῆς (Βολαὶ Μάχης Ἁρμάτων ΑΜΧ – 30 τοῦ Γαλλικοῦ Ἐπιτελείου, στὴν ἁπλὴ καθαρεύουσα, Σχολὴ Πολέμου, «τὸ μεγάλο μου καμάρι», ὅπως περηφανευόταν), συνεργάστηκε ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Περικλῆ Νεάρχου, γιὰ τὴν διαμόρφωση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Πολιτιστικοῦ Κέντρου Δελφῶν. Δὲν μπόρεσε κι ἐκεῖ νὰ στεριώσῃ καὶ ξαναπῆρε τὸν δρόμο τῆς ξενιτειᾶς.
Ἕναν ἄνθρωπο τέτοιας ἰδιοσυγκρασίας καὶ πνευματικῆς συγκρότησης -ἀπὸ τοὺς λίγους γνῶστες εἰς βάθος τῆς ἑλληνικῆς, εὐρωπαϊκῆς καὶ ἀμερικάνικης γραμματειακῆς παράδοσης- εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ ἑλλαδικὴ μιζέρια τὸν ἀπόδιωχνε, καὶ ἡ εὐρωπαϊκὴ γραφειοκρατία τῶν Βρυξελλῶν, ὅπου ἐργάσθηκε ἀπὸ τὸ 1984 ὣς τὸ 2015 στὸ μεταφραστικὸ τμῆμα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Οἰκονομικῆς καὶ Κοινωνικῆς Ἐπιτροπῆς, μόλις ποὺ τὸν ἀνεχόταν.
Στὶς Βρυξέλλες, συνέβαλε, στὸ μέρος καὶ στὸ μέτρο ποὺ τοῦ ἀναλογοῦσε, «ἐκτὸς τοῦ τεράστιου τρέχοντος ἔργου», στὴν μετάφραση τοῦ «τεράστιο[υ] εὐρωπαϊκ[οῦ] κεκτημένο[υ]». «Ἡράκλειος Ἆθλος, ποτὲ δὲν ἀναγνωρίσθηκε», σημειώνει. Ἡ μεταφραστική του ἐνασχόληση τὸν ἔφερε σὲ σύγκρουση καὶ μὲ τὶς ρωμαίικες μεταπολιτευτικὲς παθογένειες ποὺ κατατρύχουν μέχρι σήμερα τὴν πνευματική μας ζωή: «Στὴ Μεταπολίτευση ἔπεσε τὸ χρέος τοῦ ἀπαραίτητου ἐκσυγχρονισμοῦ. Τί συνέβη εἶναι τὸ ἐρώτημα! Ἔπρεπε νὰ σβήσει τὸ φάντασμα τοῦ παρελθόντος ἀδιακρίτως, ἔπρεπε ὅλα νὰ γίνουν δημοτικὴ γιὰ νὰ προοδεύσουμε καὶ νὰ γίνουμε δίκαιοι, νὰ ἄρουμε τὴν ἀντιδραστικὴ διάκριση ἐγγράμματου καὶ λαοῦ. Δημοκρατικὴ παιδεία καὶ ψωμί! Οἱ ἐγγράμματοι ἦταν δεξιοὶ καὶ ἀπεχθεῖς. Ὄφειλαν νὰ παραδοθοῦν μὲ συνοπτικὲς διαδικασίες. Σπουδαῖες προσωπικότητες, ἀλλὰ φασίστες λόγῳ ἀντιπροοδευτισμοῦ. Σεβάσου ὅμως, ἀντὶ νὰ συνθηματολογεῖς. Σεβάσου!»
Στὶς Βρυξέλλες βίωσε καὶ τὴν διάψευση τοῦ ντεγκωλικοῦ του ὁράματος τῆς εὐρωπαϊκῆς αὐτοδυναμίας, καὶ εἶδε νὰ ἐπελαύνῃ, μὲ τὸ ὄχημα τῶν νέων τεχνολογιῶν καὶ τῆς καθισοπεδωτικῆς διαδικτύωσης, ἡ πραγμοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θρίαμβος τῆς ἑνιαίας σκέψης, τὸ «παγκόσμιο Ντουμπάι», ποὺ δὲν ἔπαψε νὰ ἐλεεινολογῇ μέσα ἀπ᾿ τὰ γραπτά του.
Ὁ Ἀντώνης Ζέρβας στάθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς τελευταίους ἱππότες τοῦ πνεύματος, μὲ τὴν ματιά του στραμμένη στὰ μεγάλα πνευματικὰ μεγέθη τοῦ 19ου καὶ 20οῦ αἰῶνα, καὶ ταυτόχρονα μὲ πίστη κι ἀφοσίωση «στὸ σόι, στὴ γλώσσα, στὴ φυλή».
Ἑπόμενο ἦταν νὰ εἰσπράξῃ ἀπὸ τὴν «προοδευτικὴ» διανόηση τὴν ἀποδοκιμασία καὶ τὴν ἀπομόνωση, βοηθούσης καὶ τῆς ἐκρηκτικῆς ἰδιοσυγκρασίας του, ἀλλὰ καὶ μιᾶς ἀριστοκρατικῆς στάσης ζωῆς: «Ἡ ἐπιτυχία εἶναι φροῦτο τῆς χυδαιοκρατίας. Ὁ ἀριστοκρατικὸς ἄνθρωπος, ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ δὲν ὑποτάσσεται στὸ κοπάδι, δὲν ἐπιτυγχάνει».

ΠΗΓΗ: ΑΡΔΗΝ

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2022

Ανεξάντλητη η δημιουργικότητα του Δάσκαλου και συγγραφέα Ισίδωρου Ζουργού


Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού σε μια ερημική ακτή της Προποντίδας ο Σταυράκιος Κλαδάς αναθυμάται τη μακρόχρονη ζωή του. Νοτάριος και αντιγραφέας ο ίδιος όλα του τα χρόνια, έχοντας αντιγράψει εκατοντάδες συγγράμματα αγίων και ελλόγιμων ανδρών, αποφασίζει, ελεύθερος πια, να συντάξει τη δική του χρονογραφία. Η γραφίδα του αφηγείται τη ζωή του, μια ιστορία εφηβικής μοναξιάς και χειρογράφων. μια περιδίνηση σε διανοητικά διλλήματα, διωγμούς, έρωτες και αγωνίες στην αυγή της δυναστείας των Κομνηνών στα τέλη του 11ου αιώνα. Η ζωή των απλών ανθρώπων κατά τη βασιλεία των Ρωμαίων, ο πολιτισμός του λόγου και της εικόνας, μα πάνω απ’ όλα η αφή της μνήμης. Όλη η αγωνία του ανθρώπου σε ένα βιβλίο, που δεν αφηγείται μόνο την αναζήτηση της ουράνιας βασιλείας, αλλά μνημονεύει την επίγεια ζωή και τη χοϊκή ψυχή.
Μέσα από τις σελίδες του κατοπτρίζεται η βυζαντινή αυτοκρατορία την εποχή που πληθαίνουν οι απειλητικές σκιές από Ανατολή και Δύση. Στο μυθιστόρημα τον πρώτο λόγο δεν έχουν οι αυλικές συνομωσίες και οι πολύνεκρες μάχες, αλλά το φως απ’ τα λυχνάρια των αντιγραφέων, που σκύβουν πάνω από τα συναξάρια των αγίων και τις διατριβές των γραμμάτων. Μέσα από τις σελίδες του αναδύονται ο ύπατος των φιλοσόφων Μιχαήλ Ψελλός, ο όσιος Νικήτας Στηθάτος, επώνυμοι δάσκαλοι, λόγιοι, μοναχοί, αγιογράφοι… Όμως στο κέντρο όλων βρίσκεται ο στίχος ενός αινιγματικού ποιήματος και μια γυναίκα, το εσώτερο ρούχο της ψυχής του ήρωα, το ένδυμα που υποκαθιστά το βασανιστικό ράσο.
Το Περί της εαυτού ψυχής είναι ένα εσωτερικό χρονικό για τον τρόπο που ένας αντιγραφέας γίνεται συγγραφέας, ένα μυθιστόρημα οικογένειας, περιπέτειας και ελευθερίας για το άλλο Βυζάντιο. Ένα σύγγραμμα για τη δύναμη της γραφής και της μνήμης, ένα βιβλίο για αυτήν την ορμή που απαιτεί να αγιογραφήσουμε τα όνειρα με την ανάσα μας, να ονοματίσουμε τα πράγματα του κόσμου εξ αρχής με ανάδοχο τη δική μας ψυχή· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].

«Όλα αυτά ξεχαρβαλώθηκαν και ρήμαξαν απ’ τη στιγμή που ο εν Χριστώ βασιλιάς Ρωμανός ταπεινώθηκε στο Μάτζικερτ κι άρχισε η μεγάλη υποχώρηση. Σε κείνον τον πόλεμο, όπως κατάλαβα μετά, δε νίκησαν οι Σελτζούκοι παρά το χάος», σ. 25.
«Ποια τύχη ή συγκυρία, ή ποιος του Θεού δάκτυλος έσπρωξε τον Νικήτα Στηθάτο να διαλέξει εμένα από όλους τους αντιγραφείς; Δεν ήταν τίποτε απ’ όλα αυτά, παρά μόνο η ακολουθία ενός λογικού συλλογισμού. Πως θα ήταν ο Ψελλός ευχαριστημένος; Έχοντας ένα ακούραστο νέο γραφιά. Πως δε θα αντιλαμβανόταν ο αντιγραφέας τις αιρετικές κακοδοξίες του; Αν ήταν μικρός και άπειρος στις λεπτές φιλοσοφικές αποχρώσεις, τότε και μόνο τότε δε θα καταλάβαινε», σ. 152.
«Κύριε, βοήθει να στήσω τις λέξεις, για μένα είναι δύσκολο πολύ, καθώς γέρασα κι αυτές γλιστράνε μέσα απ’ τα δάχτυλά μου, άμμος είναι πια οι λέξεις. Χάρισέ μου εσύ τα λόγια, κι εγώ θα τα γράφω. Αν δε μου μιλήσεις εσύ, πω να τα καταφέρω; Η ζωή είναι ένα θαύμα, πώς να τη χωρέσεις σε μια περγαμηνή, πως να κάνεις τα γράμματα σπίτια να την καλοδεχτούν;», σ. 429.
«Κύριε, βοήθει να περισώσω τα σκύβαλα από την ερημάμπελο του βίου μου. Αναρωτιέμαι πάντως για τον τρόπο που η μνήμη και η γραφή καταφέρνουν να τα στριμώχνουν όλα στα δισέλιδα (δηλαδή τα δίστηλα, καθώς στα χειρόγραφα η στήλη ονομάζεται σελίδα) των χειρογράφων. Πως γίνεται οι περιπέτειες των ανθρώπων να μετουσιώνονται σε λέξεις, τι είδους αλχημεία είναι αυτή;», 626.
«Την άνοιξη στη πόλη του Κωνσταντίνου αναμειγνύεται η εαρινή αύρα των θαλασσών της με την αψάδα του νεαρού χόρτου. Κάτω απ’ τη ζέστη του ήλιου οι στέγες αχνίζουν τα μεσημέρια, η υγραμένη γη σχηματίζει την πρώτη κρούστα και οι πέτρες ξαναμυρίζουν πυρίτιο και ασβέστη. Παντού στην πόλη η μούχλα εξαϋλώνεται από το ζεστό φως. Τα παιδιά σκάβουν με μυτερά ξύλα το χώμα στους λαχανόκηπους γυρεύοντας φωλιές από ασπάλακες, ενώ οι γέροι κάθονται στα κατώφλια φορώντας καπέλα από λυγαριά ή ψάθα. Υπάρχουν όμως και γέροι που δεν έχουν αναπαμό», σ. 708.

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2022

Γράμμα στον Γιώργο Ιωάννου


«Όπο­τε συλ­λο­γί­ζο­μαι την πό­λη μας, όλο την Αγί­ου Δη­μη­τρί­ου και την Εγνα­τία φέρ­νω στο μυα­λό μου». Γιώρ­γος Ιω­άν­νου, Η πρω­τεύ­ου­σα των προ­σφύ­γων.

Αγα­πη­τέ μου Γιώρ­γο.
Βρή­κα το θάρ­ρος να σου γρά­ψω πα­ρα­βλέ­πο­ντας τα σύ­νο­ρα των δύο κό­σμων μιας κι εσύ κα­τοι­κείς πια σε τό­πους αχαρ­το­γρά­φη­τους, ενώ εγώ δια­μέ­νω ακό­μη στην οδό του πο­λιού­χου Αγί­ου, αυ­τή που οι Οθω­μα­νοί ονό­μα­ζαν οδό Μι­δάτ Πα­σά.
Δεν με θυ­μά­σαι ή μάλ­λον δεν με συ­νά­ντη­σες πο­τέ. Ίσως κά­πο­τε όταν ανέ­βαι­νες στη Θεσ­σα­λο­νί­κη για να επι­σκε­φτείς την αδελ­φή σου με την οποία μέ­να­με δί­πλα και τα πα­ρά­θυ­ρά μας άνοι­γαν το ένα απέ­να­ντι στο άλ­λο, να κοι­τα­χτή­κα­με τυ­χαία κά­που στον με­γά­λο δρό­μο. Πιο πο­λύ γι’ αυ­τόν τον δρό­μο θέ­λω να σου πω, την Αγί­ου Δη­μη­τρί­ου και για την Εγνα­τία βέ­βαια και τα με­τα­ξύ τους κά­θε­τα δρο­μά­κια, που στα χρό­νια σου μύ­ρι­ζαν σι­νά­πια και ζο­χιά, ενώ τώ­ρα ανα­δύ­ε­ται η μυ­ρω­διά του κά­του­ρου απ’ τους δύ­σμοι­ρους σκύ­λους συ­ντρο­φιάς, που αξιώ­νο­νται μια ολι­γό­λε­πτη βόλ­τα στο πε­ζο­δρό­μιο αφού όλη μέ­ρα στρι­φο­γυρ­νά­νε σε στε­νό­χω­ρα δια­με­ρί­σμα­τα. Τα νέα της Αγί­ου Δη­μη­τρί­ου ίσως να μη φτά­νουν εκεί που εί­σαι, μπο­ρεί τα σύν­νε­φα εκεί πά­νω να εί­ναι στε­γα­νά ή οι άγ­γε­λοι να κα­τά­γο­νται από την Αθή­να και να μη πο­λυ­νοιά­ζο­νται.
Σου γρά­φω, λοι­πόν, για να σου πω τα νέα μας τριά­ντα έξι χρό­νια από τό­τε που έφυ­γες, που μας άφη­σες σύ­ξυ­λους, βό­ρειους και νό­τιους, εξαι­τί­ας εκεί­νης της εγ­χεί­ρι­σης του προ­στά­τη, που διό­λου δεν σε προ­στά­τε­ψε. Όπως θυ­μά­σαι, τα μπαλ­κό­νια του με­γά­λου δρό­μου ήταν και τό­τε στε­νά και μί­ζε­ρα, όμως ολό­κλη­ρη η ζωή πια έχει γί­νει στε­νό­χω­ρη και μό­νο τα κά­γκε­λα ψή­λω­σαν. Φα­ντά­ζο­μαι βέ­βαια την έκ­φρα­ση στο πρό­σω­πό σου, όταν θα δια­βά­ζεις αυ­τό το γράμ­μα, έτοι­μος εί­σαι να μου πεις: Πλα­νά­σαι, αυ­τή η πό­λη πο­τέ δεν ήταν ευρύχω­ρη.
Αγα­πη­τέ μου Γιώρ­γο. Γεν­νή­θη­κες τρία χρό­νια αρ­γό­τε­ρα από τον πα­τέ­ρα μου. Πα­ρ’ όλη τη δια­φο­ρά της ηλι­κί­ας μας πή­γα­με στο ίδιο γυ­μνά­σιο, στο 3ο Αρ­ρέ­νων, σε άλ­λο όμως κτή­ριο. εγώ σε εκεί­νο το άχα­ρο νέο κτί­σμα που όταν το εί­δες, φρό­ντι­σες να εκ­φρά­σεις γρα­πτώς τον απο­τρο­πια­σμό σου. Για­τί γκρί­νια­ξες αλή­θεια; Ένα βιο­μη­χα­νι­κό κή­τος αντί­κρι­σες, μια μο­νά­δα πα­ρα­γω­γής απο­φοί­των. Ποιος νοια­ζό­ταν στα τέ­λη της δι­κτα­το­ρί­ας για την κα­λαι­σθη­σία; Κι όμως αυ­τό το κτή­ριο, ύστε­ρα από κά­ποιες απέλ­πι­δες προ­σπά­θειες εξω­ραϊ­σμού του, έχει προ­σθέ­σει στην πι­να­κί­δα του το όνο­μά σου. Υπάρ­χουν ακό­μη άν­θρω­ποι με μνή­μη στα σχο­λεία.
Περ­πα­τή­σα­με στα ίδια πε­ζο­δρό­μια της Αγί­ου Δη­μη­τρί­ου με αρ­κε­τές δε­κα­ε­τί­ες δια­φο­ρά. Θα θυ­μά­σαι το κα­τά­στη­μα με τις κορ­νί­ζες και τους αφε­λείς πί­να­κες λί­γο πριν φτά­σου­με στον με­γά­λο ναό ή το μα­γα­ζί του Μπα­κα­λιού με τα σι­δε­ρι­κά, αυ­τό υπάρ­χει ακό­μα. Πολ­λές φο­ρές προ­φα­σί­ζο­μαι πως χρειά­ζο­μαι κά­τι και μπαί­νω μέ­σα για να ψω­νί­σω, για μια συ­μπλη­ρω­μα­τι­κή δό­ση νο­σταλ­γί­ας πάω – σε σέ­να μό­νο το εξο­μο­λο­γού­μαι.
Εί­χες γρά­ψει: Η μέ­ση μου, το πα­νω­κόρ­μι μου, όπου και οι μα­στι­γώ­σεις, αντι­στοι­χεί απο­δώ με­ριά μάλ­λον με το Διοι­κη­τή­ριο.
Το με­γά­λο μπου­ρί στη γω­νία απέ­να­ντι από το Διοι­κη­τή­ριο το θυ­μά­σαι; Ήταν από τον φούρ­νο του Ηρα­κλή που έψη­νε ξη­ρούς καρ­πούς και μο­σχο­βο­λού­σε όλη η γει­το­νιά, υπάρ­χουν ακό­μα αυ­τοί οι ξη­ροί καρ­ποί σε άλ­λο κο­ντι­νό κτή­ριο. Πιο δί­πλα η μαρ­μα­ρο­στρω­μέ­νη πλα­τεία, που κομ­μα­τιά­στη­κε στις αρ­χές του ενε­νή­ντα για να γί­νει παρ­κινγκ κι από τό­τε χαί­νει μια με­γά­λη τρύ­πα με πα­ρα­με­λη­μέ­να αρ­χαία. Λέ­νε θα την ξα­να­φτιά­ξουν εκεί­νη την πλα­τεία, με­τα­χρο­νο­λο­γη­μέ­νη ομο­λο­γία μιας αδια­νό­η­της γκά­φας και πε­ρισ­σής ενο­χής. Πολ­λα­πλά κα­τάγ­μα­τα, πό­σους γύ­ψους μπο­ρεί να αντέ­ξει το κα­κο­ποι­η­μέ­νο σώ­μα αυ­τής της πό­λης;
Πριν αρ­χί­σω αυ­τό το γράμ­μα, ξα­νά­πια­σα στα χέ­ρια μου τα πε­ρισ­σό­τε­ρα από τα βι­βλία σου όχι σε ανα­ζή­τη­ση του δι­κού σου ύφους και της αί­σθη­σης που τα δια­τρέ­χει, αυ­τά μέ­νουν ακό­μη μέ­σα μου ζω­ντα­νά, αλ­λά πε­ρισ­σό­τε­ρο σε ανα­ζή­τη­ση λε­πτο­με­ρειών όπως αυ­τή για το δρο­μά­κι με το όνο­μα του πα­λιού σου λυ­κειάρ­χη, του Βα­σί­λη Χα­τζηαν­δρέ­ου. Για σέ­να ήταν ένα στε­νο­σό­κα­κο νυ­χτε­ρι­νών ερώ­των, για τη δι­κή μου τη γε­νιά ήταν ο δρό­μος για το ασφα­λέ­στε­ρο δί­τερ­μα. Μό­νο εκεί μας άφη­ναν οι μα­νά­δες μας να παί­ξου­με μπά­λα, αφού όλοι οι γύ­ρω δρό­μοι ήταν πια πλημ­μυ­ρι­σμέ­νοι από αυ­το­κί­νη­τα και γι’ αυ­τό επι­κίν­δυ­νοι. Μό­νο εκεί παί­ζα­με και στο Χη­μείο στο πα­νε­πι­στή­μιο απέ­να­ντι, όταν έλει­πε ο βλο­συ­ρός φύ­λα­κας που μας έπαιρ­νε στο κυ­νή­γι.
Στους γύ­ρω δρό­μους, στη Με­λε­νί­κου και στα πα­ρα­κεί­με­να στε­νά έμε­ναν πά­ντα φοι­τη­τές. Τους θυ­μά­μαι, άν­δρες ήταν τό­τε οι πιο πολ­λοί, ανά­με­σά τους αρ­κε­τοί Κύ­πριοι και Λί­βυοι, να φλερ­τά­ρουν όλοι με νε­α­ρές στα δι­πλα­νά μπαλ­κό­νια, και να στή­νουν φάρ­σες. Από τις ανοι­χτές μπαλ­κο­νό­πορ­τες ακού­γο­νταν Ξυ­λού­ρης και Βιο­λά­ρης και στα κά­γκε­λα λιά­ζο­νταν βε­λέν­τζες απλω­μέ­νες, υφα­σμέ­νες οι πιο πολ­λές στα σπί­τια της ελ­λη­νι­κής επαρ­χί­ας. Κά­τω, στα ανή­λια­γα στε­νά, τους έχω ακό­μα ει­κό­να να σέρ­νουν αρ­γά τα πό­δια και να κου­βα­λούν στο ένα χέ­ρι κά­τι θη­ριώ­δη συγ­γράμ­μα­τα και στο άλ­λο να κρα­τούν απ’ τον λαι­μό ένα γυά­λι­νο μπου­κά­λι γά­λα.
Σή­με­ρα περ­πα­τώ­ντας στις ίδιες φοι­τη­τι­κές γει­το­νιές αμέ­σως ανα­γνω­ρί­ζεις όλη την εντα­φια­στι­κή ομοιο­μορ­φία των τε­λευ­ταί­ων χρό­νων. Φω­το­τυ­πί­ες, πιο δί­πλα πλα­στι­κο­ποι­ή­σεις, βι­βλιο­δε­σί­ες και πά­λι φω­το­τυ­πί­ες. Το φα­γη­τό εί­ναι πί­τσα κομ­μά­τι με 0,90 ευ­ρώ ενώ τα τα­βερ­νεία ίδια με­τα­ξύ τους κι απα­ράλ­λα­χτα, με ξι­δό­κρα­σο ενώ ακού­γο­νται σου­ξέ και νε­ο­σκυ­λά­δι­κα. Στις κο­λώ­νες ανα­κοι­νώ­σεις για εκ­δρο­μές - ξε­φα­ντώ­μα­τα στη Μύ­κο­νο και υπαι­νι­κτι­κές αγ­γε­λί­ες για πα­νε­πι­στη­μια­κές ερ­γα­σί­ες, που κά­ποιοι άλ­λοι μπο­ρούν να γρά­ψουν για τον κα­θέ­να ένα­ντι αδράς πλη­ρω­μής... Στα κα­φε­νεία, που έγι­ναν cafe, βλέ­πεις αντι­κρι­στές με­γά­λες οθό­νες για τα ματς, για να μη μπο­ρεί να ξε­φύ­γει το βλέμ­μα από που­θε­νά. Δεν εί­ναι σαν εκεί­νες τις πα­λιές τη­λε­ο­ρά­σεις που ήξε­ρες, που τις έλε­γες χο­ντρο­κώ­λες, τού­τες εί­ναι fit.
Γιώρ­γο μου, να γι­νό­ταν να ’βγαι­νες και σή­με­ρα μια βόλ­τα κα­τά μή­κος του με­γά­λου δρό­μου, απ’ την Ευαγ­γε­λί­στρια ως πέ­ρα δυ­τι­κά στου Κα­φα­ντά­ρη. Θα ένιω­θες μια πρώ­τη δυ­σφο­ρία από τα λερ­ναία τρα­πε­ζο­κα­θί­σμα­τα κι ύστε­ρα θα κο­ντο­στε­κό­σουν με πε­ριέρ­γεια σ’ εκεί­να τα μα­γα­ζιά με τα στοι­χή­μα­τα, πο­λύ­χρω­μα, με πολ­λές οθό­νες κι αυ­τά, που ολο­έ­να πα­ρα­θέ­τουν αριθ­μούς και οι πε­λά­τες σε ψη­λά σκα­μνιά με μο­λύ­βι στο χέ­ρι να πα­ρα­κο­λου­θούν απορ­ρο­φη­μέ­νοι της τύ­χης τα γυ­ρί­σμα­τα. Χαρ­τί, μο­λύ­βι και φρέ­ντο κα­που­τσί­νο. Εί­ναι αμέ­τρη­τοι πραγ­μα­τι­κά σή­με­ρα οι Φρε­ντο­κα­που­τσί­νοι, τάγ­μα ολό­κλη­ρο. Θα τους βρεις εκτός από τα κα­φέ στα στοι­χη­μα­τά­δι­κα, ακό­μη και στα μπου­γα­τσα­τζί­δι­κα για­τί κι αυ­τά βγά­ζουν κα­ρέ­κλες στο πε­ζο­δρό­μιο. Ψη­λά σκα­μνιά κι αυ­τοί σκαρ­φα­λω­μέ­νοι να ακου­μπά­νε επά­νω σε άβο­λα τρα­πέ­ζια φο­ρώ­ντας βερ­μού­δες και σα­γιο­νά­ρες έτοι­μες να εγκα­τα­λεί­ψουν τα τε­λευ­ταία δά­χτυ­λα. Δεν εί­ναι εκεί­νη η πα­λιά φτώ­χεια, που την ήξε­ρες, Γιώρ­γο, κά­τι άλ­λο χει­ρό­τε­ρο εί­ναι…
Μας φα­ντά­ζο­μαι να περ­πα­τά­με κα­τά μή­κος του με­γά­λου δρό­μου. Εί­χες γρά­ψει κά­πο­τε: Θεέ μου – στεί­λε μια βα­ριά αρ­ρώ­στια για τα αυ­το­κί­νη­τα Δεν έπια­σε κα­μιά σου κα­τά­ρα, ζουν και βα­σι­λεύ­ουν και κα­τα­κυ­ριεύ­ουν τη γη. Η Αγί­ου Δη­μη­τρί­ου εί­ναι ένας πο­τα­μός οχη­μά­των, όχι πια δι­πλής κα­τεύ­θυν­σης, μό­νο αυ­τό άλ­λα­ξε, ένας εί­ναι πια ο ρους που εκ­βάλ­λει με­τά το Καυ­ταν­τζό­γλειο. Τα δέ­ντρα, τα πε­ζο­δρό­μια, ακό­μη και ο με­γά­λος να­ός εί­ναι οι φτω­χοί συγ­γε­νείς των αυ­το­κι­νή­των. Περ­πα­τά­με τώ­ρα στις όχθες αυ­τού του μο­λυ­σμέ­νου πο­τα­μού που βουί­ζει σα να σχη­μα­τί­ζει κά­θε τό­σο κα­ταρ­ρά­χτες.
Θέ­λεις μή­πως να στρί­ψου­με κά­τω αρι­στε­ρά να βγού­με στην πλα­τεία Δι­κα­στη­ρί­ων; Να πε­ρά­σου­με κά­τω απ’ το σπί­τι σας στην Ιου­στι­νια­νού για να δού­με το μπαλ­κό­νι σας; Εκεί απ’ όπου έβλε­πες τα κα­ρα­βά­νια των Εβραί­ων της πό­λης μας να οδεύ­ουν με έναν μπό­γο στην πλά­τη κα­τά το Χιρς κι ύστε­ρα για τα κλει­στά βα­γό­νια του θα­νά­του.
«Τερ­μα­τι­κός σταθ­μός Κρα­κο­βία. Πα­ρα­κα­λεί­σθε πριν αφή­σε­τε την αμα­ξο­στοι­χία να βε­βαιω­θεί­τε πως δεν έχε­τε ξε­χά­σει τις προ­σω­πι­κές σας ενο­χές, αφού γεν­νη­θή­κα­τε σ’ αυ­τή τη φυ­λή κι όχι στην άλ­λη την ανώ­τε­ρη»... Επι­λο­γή πά­νω στην απο­βά­θρα, selection, ομί­χλη, άγρια λυ­κό­σκυ­λα κρα­τη­μέ­να με λου­ρί απ’ τους αν­θρω­πο­φύ­λα­κες κι ύστε­ρα σιω­πή.
Γιώρ­γο, να γυ­ρί­σου­με τώ­ρα την πλά­τη στον Βαρ­δά­ρη που αγά­πη­σες και να πά­με προς την Αγία Σο­φία; Εκεί που έτρω­γες στα κα­το­χι­κά συσ­σί­τια. Θα με ρω­τή­σεις, και με το δί­κιο σου, τι εί­ναι όλες αυ­τές οι λα­μα­ρί­νες πά­νω στην Εγνα­τία. Για το με­τρό εί­ναι, Γιώρ­γο, για ένα που­κά­μι­σο αδεια­νό… Μπο­ρείς να βγά­λεις και μια φω­το­γρα­φία, εστα­ντα­νέ. Δε χρειά­ζε­ται να βια­στείς και του χρό­νου που θα πε­ρά­σου­με εδώ θα τις βρεις, εί­ναι από την επο­χή της αχρη­στο­κρα­τί­ας, κά­ποιες απ’ αυ­τές θα κη­ρυ­χτούν δια­τη­ρη­τέ­ες. Να προ­χω­ρή­σου­με όμως…
Τι, δε θέ­λεις; Εντά­ξει Γιώρ­γο, να στα­μα­τή­σου­με. Κι εγώ να σου πω κου­ρά­στη­κα. Ξέ­ρω, μην απο­φεύ­γεις να με κοι­τά­ξεις, κα­τα­λα­βαί­νω… Πιο πο­λύ από την ίδια τη Σα­λο­νί­κη τις πλη­γές της αγα­πή­σα­με. Γι’ αυ­τό πο­τέ δεν αφή­σα­με να γί­νει μέ­σα μας η απο­κα­θή­λω­ση, δε φο­βό­μα­στε να βλέ­που­με το πλη­για­σμέ­νο σώ­μα.
Κα­λή αντά­μω­ση, Γιώρ­γο. Να μου φι­λή­σεις τους συγ­γρα­φείς μας που εί­ναι μα­ζί σου εκεί πά­νω. Να τους πεις πως αν κά­πο­τε η δη­μο­τι­κή αρ­χή δώ­σει τα ονό­μα­τά τους σε κά­ποιον δρό­μο, εγώ θα σου ξα­να­γρά­ψω. Μάλ­λον αυ­τό θα αρ­γή­σει και ίσως το πι­θα­νό­τε­ρο να μη σου γρά­ψω πο­τέ πια.

Ο γεί­το­νάς σου, Ισί­δω­ρος Ζουρ­γός.

ΠΗΓΗ: χάρτης, 41