Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Για το «αυτοάνοσο» της Εκκλησίας πότε θα βρούμε το «εμβόλιο»;

Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΥΔΑΡΟΣ

Από την μέρα που η πανδημία χτύπησε την πόρτα μας, τα φραστικά επεισόδια εις βάρος κληρικών όλων των βαθμίδων από ζηλωτές και γενικά «παραδοσιακούς» χριστιανούς είναι συχνά και δυστυχώς κλιμακούμενα. Στην αρχή ήταν εκείνοι που μέμφονταν τον Κλήρο και ειδικά τους αρχιερείς για το γεγονός πως «υποχώρησαν» στις απαιτήσεις της Πολιτείας κι έκλεισαν τους ναούς, αφού… «στον ναό δεν κολλάει». Μετά, όταν άνοιξαν οι ναοί, κι οι ίδιοι, εντελώς γνωστοί και διόλου άγνωστοι στις τοπικές κοινωνίες, επανήλθαν ελέγχοντας τους κληρικούς για το θέμα της μάσκας. «Δεν μας θέλει ο Θεός στο σπίτι του με μάσκα» φώναζαν.
Τώρα με το εμβόλιο, δίνουν τον δικό τους «ανένδοτο» και πλέον χωρίς κανένα δισταγμό διακόπτουν τελετές και Θ. Λειτουργίες, εξυβρίζουν και καταριούνται κληρικούς και θεωρώντας το κάτι σαν «ιερό καθήκον» τους συμπεριφέρονται σαν την θρησκευτική αστυνομία του Ιράν εντός κι εκτός ναών, περιμένοντας σαν ευαίσθητα ραντάρ τη στιγμή που κάποιος κληρικός «τολμήσει» να ξεστομίσει το οτιδήποτε κατά την άποψη τους δεν είναι «ορθόδοξο», «πατερικό» κ.τλ. Το είδαμε στην Πάρο, στη Ζάκυνθο, στη Νεάπολη και σε δεκάδες άλλες περιπτώσεις που δεν έτυχε να κυκλοφορήσουν ευρέως.

Πώς φτάσαμε εδώ; Τι συμβαίνει εντέλει; Πώς η Εκκλησία από εκεί που θεωρείτο «ψυχής ιατρείο» μετατράπηκε σε «ψυχιατρείο»;

Το μεγαλύτερο πρόβλημα, κατά τη δική μου άποψη τουλάχιστον, συμπυκνώνεται στις εξής φράσεις: «ω, αδερφέ πού να μπλέκουμε τώρα…» ή «άστον να λέει» ή «εμένα να μην ενοχλεί κι ας κάνει ό,τι θέλει» και φυσικά «έλα τώρα, δέκα παλαβοί είναι θα φωνάξουν και θα ξεθυμάνουν».
Το λυπηρό είναι πως οι πρώτοι διδάξαντες αυτήν την συμπεριφορά είναι οι ίδιοι ο μητροπολίτες.
Όταν για παράδειγμα σε μια επαρχία ένας κληρικός έχει λαό από πίσω του, ο μητροπολίτης θα το σκεφτεί μια και δυο φορές να τον «μαζέψει» εάν λέει παλαβομάρες (συγχωρήστε μου τη λέξη αλλά δεν βρίσκω καλύτερη) γιατί ο παπάς έχει πνευματικά παιδιά, στρατό για να τα λέμε με τ’ όνομα τους, κι αν τα ξαμολήσει θα γίνει η Μητρόπολη «Ανάστα ο Θεός». Σε αυτές τις περιπτώσεις ο μητροπολίτης κρατά τις αποστάσεις του, αφήνει τον παπά ελεύθερο να κάνει ό,τι επιθυμεί κι αφού η αμφισβήτηση δεν φθάνει στο επισκοπικό μέγαρο είμαστε όλοι χαρούμενοι. «Πού να μπλέκουμε τώρα…».
Αυτή είναι η μία «συνταγή». Σε άλλες περιπτώσεις ο μητροπολίτης δεν μένει απλά «ουδέτερος» αλλά πλησιάζει τον «γέροντα» όσο χρειάζεται ώστε οι οπαδοί, τα πνευματικά του τέκνα δηλαδή, να θεωρούν και τον μητροπολίτη δικό τους άνθρωπο. Έτσι «κοιμόμαστε ήσυχοι», η Μητρόπολη έχει την ηρεμία της κι ό επίσκοπος την αποδοχή του. Βέβαια ορισμένοι από αυτούς πιστεύουν σε άλλη Ορθοδοξία αλλά μικρό το κακό. Δεν γίνεται να τα έχουμε όλα.
Πρόκειται για την γνωστή μέθοδο ηγεσίας που δεν μπαίνεις στον κόπο να κατευθύνεις τον όχλο, αλλά βλέπεις που θέλει να πάει και απλά στέκεσαι στην κορυφή. Εύκολη και ξεκούραστη μέθοδος με τη μόνη διαφορά πως έχει μια επικινδυνότητα. Αν ποτέ τολμήσεις να πεις κάτι που δεν θέλει να ακούσει ο όχλος γίνεσαι ο πρωταγωνιστής της δικής σου Μεγάλης Εβδομάδας. Από το «Ωσαννά» στο «Σταύρωσον» τρεις μέρες δρόμος. Αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα όμως, δεν καταλήγει σε «Ανάσταση».
Τη δεκαετία του 1980 και του 1990 ήταν της μόδας, το χάραγμα, ο αντίχριστος, το 666, τα barcode και τα τσιπάκια. Τότε ξεκίνησε αυτή η «μόδα». Η Εκκλησία τότε παρακολούθησε το φαινόμενο με αδιαφορία. Με το θέμα των ταυτοτήτων που ακολούθησε, η τότε ηγεσία της Εκκλησίας άθελά της, προφανώς, «τάισε» αυτό το μικρό θηρίο, τη δυναμική του οποίου δεν υπολόγισε ποτέ σωστά.
Τα τελευταία χρόνια με την έκρηξη της τεχνολογίας στον χώρο της επικοινωνίας και ειδικά στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και πάλι η Εκκλησία πιάστηκε στον ύπνο. Δυο τρείς μητροπολίτες μόνο έδειξαν να προβληματίζονται για την παρουσία των κληρικών τους σε αυτά, αλλά ο φόβος είχε να κάνει με το φαίνεσθε. Μια εκκλησιαστική εκδοχή του «τι θα πει ο κόσμος» δηλαδή. Για τις ιδέες που διακινούνται, για την αξιοποίηση του από κάθε λογής κληρικό και «ρήτορα» και για όλο αυτό το πανηγύρι που συμβαίνει στον χώρο του εκκλησιαστικού διαδικτύου, ακόμη και σήμερα οι περισσότεροι δεν έχουν την παραμικρή εικόνα. Πριν λίγα χρόνια μητροπολίτης έκανε εισήγηση στην Σύνοδο της Ιεραρχίας για την σύγχρονη οικογένεια και θεωρούσε πως όλα τα προβλήματα ξεκινούν από την «τηλοψία» και τα πρότυπα που προβάλει. Την τηλοψία…
Και κάπως έτσι φτάσαμε εδώ. Μια ηγεσία που ποτέ δεν κατανόησε τις αλλαγές που συντελούνταν, δεν αξιολόγησε τις επιθέσεις που δεχόταν καθημερινά από «εχθρούς εντός των πυλών», που προτίμησε να κάνει πως δεν βλέπει και αρκέστηκε στο να συμβιβαστεί για να κερδίσει την ηρεμία της από το να συγκρουστεί ώστε να λύσει τα προβλήματα της, τώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με τον κάθε «ομολογητή», που με σηκωμένο το δάχτυλο την ελέγχει με σκαιότητα.
Κι από δίπλα ανέχεται ένα παράλληλο στρατό πονηρών καιροσκόπων. που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τους αδαείς εμφανίζοντας εαυτούς ως τις φωνές της αλήθειας και της γνήσιας παράδοσης.
Χρόνια τώρα όποτε εμφανιζόταν ένα σκάνδαλο σεξουαλικής ή οικονομικής φύσεως έβγαιναν διάφοροι και ξιφουλκούσαν υπέρ της «κάθαρσης» στην Εκκλησία. Γιατί ήθελαν τους καθαρούς και τους αμόλυντους. Ποτέ όμως δεν βγήκε κάποιος να μιλήσει για εκείνους που μολύνουν τα μυαλά των ανθρώπων. Γι’ αυτούς που έκλεισαν σπίτια, που διέλυσαν οικογένειες, που τρέλαναν ανθρώπους για να φτιάξουν τους δικούς τους «στρατούς» και να ικανοποιήσουν την αρρωστημένη ματαιοδοξία τους.
Ποτέ δεν τόλμησαν να πουν «στοπ» στους κάθε λογής τσαρλατάνους με τους μεγάλους σταυρούς και τις απίθανες θεωρίες. Είτε επειδή δεν τους ζύγισαν σωστά, είτε επειδή δεν νοιάστηκαν, είτε ακόμη κι επειδή φοβήθηκαν. Και να, τα αποτελέσματα.
Επειδή, λοιπόν, η ζωή τα έφερε τα τελευταία δυο χρόνια να μιλάμε συνεχώς με ιατρικούς όρους και να συμπεριφερόμαστε όλοι σαν καθηγητές ιατρικής, επιτρέψτε μου να κάνω κι εγώ την δική μου γνωμάτευση. Η Εκκλησία πάσχει από ένα πολύ βαρύ αυτοάνοσο. Μια ασθένεια που γεννήθηκε από το ίδιο της τον οργανισμό. Αν δεν ψάξουμε όλοι μας να βρούμε την θεραπεία και να συντελέσουμε ο καθένας από την πλευρά του στην ίαση, τότε η ασθένεια θα ξεφύγει και ο επόμενος «ξενιστής» θα είναι η ίδια η κοινωνία μας.

ΠΗΓΗ: ORTHODOXIA INFO

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2021

Πόσο καταλαβαίνουμε το Ισλάμ;


«Εδώ και χρόνια, κατακλυζόμαστε από πληροφορίες και απόψεις για το Ισλάμ. Η τραγική παγκόσμια επικαιρότητα, όπως και οι βαθύτατοι μετασχηματισμοί της γαλλικής κοινωνίας, στρέφουν ασταμάτητα την προσοχή μας προς αυτήν τη θρησκεία στην οποία εφημερίδες, ραδιόφωνο, διαδικτυακοί τόποι και τηλεοπτικές εκπομπές αφιερώνουν χρόνο προσπαθώντας να την αποκωδικοποιήσουν. Κι ωστόσο, το παράδοξο παραμένει: όσο περισσότερο εξηγούμε το Ισλάμ, τόσο λιγότερο το καταλαβαίνουμε».
Γιατί, άραγε, μπορούν να ειπωθούν τόσο διαφορετικά και αντικρουόμενα πράγματα για το Ισλάμ; Και τι πρέπει να κάνουμε για να γνωρίσουμε το «αληθινό του πρόσωπο»; Αρκεί να διαβάσουμε το Κοράνι; Πώς μπορούμε τελικά να ξέρουμε αν αυτή η θρησκεία με το ένα δισεκατομμύριο πιστούς απειλεί στ’ αλήθεια τον τρόπο ζωής μας και την ειρήνη στον κόσμο;
Σε αυτό το λαμπρό βιβλίο, που ρίχνει φως χωρίς να παριστάνει ότι απαντά σε όλα τα ερωτήματα, ο Αντριέν Καντιάρ εξηγεί γιατί με το Ισλάμ τίποτα δεν είναι απλό.
Ένα βιβλίο που διαβάζοντάς το νιώθει κανείς την ικανοποίηση ότι επιτέλους κάτι έχει καταλάβει· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].

«Δεν πρέπει όμως να υπερβάλλουμε: το Κοράνι παρέχει μεν ένα πλαίσιο για τις ερμηνείες του, αλλά και ένα φαντασιακό το οποίο δεν είναι μη βίαιο. Μήπως αυτό απαγορεύει οποιαδήποτε ριζικά μη βίαιη ερμηνεία του Κορανίου; Όχι. Και αντιστρόφως, το Κοράνι δεν οδηγεί υποχρεωτικά σε μια βίαιη ερμηνεία. Για να προσπαθήσω να προχωρήσω ακόμη πιο πέρα, θα έλεγα ότι το Κοράνι δεν είναι ένα βίαιο κείμενο, αλλά ένα κείμενο που, κατά κάποιον τρόπο, είναι διαθέσιμο σε βίαιες χρήσεις».

ADRIEN CANDIARD. (2018). Κατανοώντας το Ισλάμ ή μάλλον γιατί δεν το καταλαβαίνουμε καθόλου, μτφρ. Κατερίνα Λαμπρινού – επιστημονική επιμέλεια Γιάννης Μπαλαμπανίδης. Αθήνα: Πόλις, σ. 27.

Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Η εκπαίδευση μεταξύ Σκύλας και Χάρυβδης

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τις τελευταίες ημέρες με ενδιαφέρον παρακολουθώ τη «συζήτηση» - αν μπορεί κανείς να την ονοματίσει συζήτηση - μεταξύ μαθητών, Εριτίμου Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων κας Νίκης Κεραμέως και πρώην Υπουργού Παιδείας κ. Νικολάου Φίλη για την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) στα πανεπιστήμιά μας. Κι ενώ θα περίμενε κανείς οι δύο αυτοί Υπουργοί Παιδείας (τωρινή και χθεσινός), έναντι των μαθητών και των παιδιών μας να ζητήσουν συγνώμη για το πολιτικάντικο – λαϊκίστικο παιχνίδι που παίζουν με τα όνειρά τους, με βαθιά λύπη διαπιστώνω πως για ακόμη μια φορά, οι κατ’ επίφασιν «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» των εκάστοτε Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων απορρυθμίσεις είναι κι όχι μεταρρυθμίσεις. Στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, που εξέδωσε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη] του ΑΠΘ, στα 1998, διαβάζουμε πως μεταρρύθμιση σημαίνει προκαλώ αλλαγές σ’ ένα θεσμό που στόχο έχουν να τον κάνουν καλύτερο.
Όπως τόσα πράγματα πάνε κατά διαόλου σ’ αυτόν τον τόπο, έτσι και η Εκπαίδευση είναι αδύνατον να μη μαγαριστεί από τον λαϊκισμό. Λέγω Εκπαίδευση κι όχι Παιδεία, γιατί η Παιδεία κρύβει μέσα της Παιδαγωγικό Έρωτα και Παιδαγωγική Αγάπη, έννοιες που δύσκολα μπορεί να κανείς να τις συναντήσει στη σκέψη εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων. Ακόμη και η κουτσή Μαρία μπορεί να διαπιστώσει ετούτη την άγνοια των πολιτικών μας σε καίρια ζητήματα Παιδείας. Καλός φίλος μού ‘λεγε προχθές πως, σιγά μη νοιάζεται η κα Υπουργός Παιδείας αν ο αριστούχος μαθητής που, με την επιστολή του προς αυτή, τάραξε τα νερά για την  ΕΒΕ, αν θα περάσει στην Αρχιτεκτονική Σχολή της πόλης που επιθυμεί. Και σιγά λέω κι εγώ με τη σειρά μου, αν η Ερίτιμη κα Υπουργός μας νοιαστεί αν θα εκπληρωθούν τα όνειρα χιλιάδων μαθητών που επιθυμούν να σπουδάσουν σε σχολές και πόλεις της επιλογής τους. Για την Υπουργό μας άλλο είναι το ζήτημα: αν τελικά θα περάσουν κι αν εφαρμοστούν οι αλλαγές που, όπως υποστηρίζει, θα αλλάξουν το ελληνικό σχολειό από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Διαφήμιση κάμει η κα Υπουργός μας της «μεταρυθμιστικής» πραμάτειας της, αλλά και ο εκπρόσωπος επί της εκπαίδευσης του αντιπολιτευτικού κόμματος· δια στόματος του αρχηγού του μάλιστα, προς κάθε κατεύθυνση διατυμπανίζει: «θα καταργήσουμε την ΕΒΕ». Έτσι κάνουν οι καλοί λαϊκιστές, ως καλοί μαθητευόμενοι μάγοι παλαιότερων και μη ξεχασμένων ανά το πανελλήνιο πολιτικών. Μόνο που ως μαθητευόμενοι μάγοι, χωρίς να γνωρίζουν καλά τη μαγική τέχνη, δεν θα καταφέρουν να σταματήσουν την πλημμυρίδα μιας εκπαίδευσης της αμάθειας· ο ρόλος τους είναι και θα συνεχίσει να είναι ωσάν του μαθητευόμενου μάγου Τιλλ Οϊλενσπίγκελο, στο ομώνυμο παραμύθι του Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, που χωρίς να γνωρίζει τη μαγική λέξη, το μόνο που κατάφερε, όταν για λίγο έλειψε από κοντά του ο γέρο μάγος, ήταν να μην μπορεί να σταματήσει τη σκούπα που μετέφερε νερό από το ποτάμι, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει το σπίτι. Δυστυχώς αυτή είναι η κατάντια της σημερινής εκπαίδευσης: εμείς που την υπηρετούμε, αρνούμαστε να οραματιστούμε μεταρρυθμίσεις, που άρδην θα αλλάξουν το ελληνικό σχολείο και πανεπιστήμιο. Πως μπορεί στην πράξη να υπάρξει μια τέτοια μεταρρύθμιση; Νομίζω πως η απάντηση συμπυκνώνεται σε μια φράση: όταν ο μαθητής στη σχολική τάξη θα συναντήσει ένα ΔΑΣΚΑΛΟ κι όχι έναν εκπαιδευτικό, ο οποίος θα τον αντιμετωπίσει σαν πρόσωπο κι όχι σαν μονάδα, που θα του προσφέρει κάποιες πληροφορίες μαθημάτων. Αυτό χρόνια φωνάζουν οι μαθητές μας, αλλά οι εκάστοτε Υπουργοί Παιδείας δεν τους ακούνε ούτε, βέβαια, και εμείς οι εκπαιδευτικοί τους ακούμε.
Στον αριστούχο μαθητή που, καθώς φαίνεται, δεν θα περάσει στην πόλη που ονειρευόταν για να σπουδάσει Αρχιτεκτονική, κανείς από τους υπεύθυνους ετούτης της εκπαιδευτικής τραγωδίας απάντησε. Κρίμα[*]. Αλλά κι αν απάντησε, κοροϊδία και υπεκφυγή ήταν η απάντησή του. Όμως, έχω την αίσθηση πως του απαντά ένας μεγάλος των ελληνικών γραμμάτων, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ζωγράφος και ποιητής, πολύ μπροστά από την εποχή που έζησε, επίκαιρος! Και, βέβαια, λέγει ένα μεγάλο μπράβο στον αριστούχο μαθητή!




ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ. (1987). «Ελεύθερον Σχέδιον», στο: Πεζά Κείμενα. Αθήνα: Ύψιλον, σσ. 108-110.

[*] Εδώ, δεν ομιλώ για το αν η ΕΒΕ είναι απαραίτητη για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αυτό είναι άλλο ζήτημα και θέλει πολιτικό θάρρος για να εφαρμοστεί και ειλικρινή διάλογο με μαθητές, γονείς, καθηγητές, σχολεία και πανεπιστήμια.

Η αγελάδα και το εμβόλιο

Γράφει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αργολίδος κ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ (ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ)

Παρατηρούμε τούτες τις μέρες, ύστερα από μία πρόσκαιρη ύφεση, ο κορονοϊός να επανέρχεται δριμύτερος. Τα κρούσματα να αυξάνουν αλματωδώς. Η επιστημονική κοινότητα να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Η Πολιτεία με αγωνιώδεις εκκλήσεις να προσπαθεί να πείσει για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, ζητώντας μάλιστα την αρωγή της Εκκλησίας. Στόχος η επίτευξη της ανοσίας, που μπορεί να τιθασεύσει τον ιό και τις συνεχείς μεταλλάξεις του.
Μία ομάδα που δεν έχουν ακόμη εμβολιαστεί είναι όσοι φοβούνται τις παρενέργειες. Είναι κατανοητό, τόσα που ακούν να έχουν μία κάποια δικαιολογία να διστάζουν. Όμως, οι ίδιοι άνθρωποι παίρνουν κάποια φάρμακα. Μερικοί μάλιστα είναι κινητό φαρμακείο. Αλήθεια έχουν διαβάσει το συνοδευτικό φυλλάδιο με τις οδηγίες και παρενέργειες; Τρομάζεις πολλές φορές απ' αυτά που διαβάζεις και διστάζεις να πάρεις το συγκεκριμένο φάρμακο. Γι' αυτό και πολλοί γιατροί συστήνουν στους ασθενείς, να μην διαβάζουν τις παρενέργειες! Φάρμακο σημαίνει φαρμάκι και αφού το φάρμακο έχει ενέργεια, θα έχει και παρενέργεια. Όμως, χάρη σ' αυτά τα φάρμακα ζούμε οι περισσότεροι και χάρη σ' αυτά ο μέσος όρος ζωής έχει ανέβει.
Μου έλεγε ένας φίλος γιατρός ότι όταν πρωτοβγήκε το πρώτο εμβόλιο, νομίζω του δαμαλισμού, κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο άνθρωπος θα μεταβληθεί σε... αγελάδα! Μου έδωσε μάλιστα Ημερολόγιο του 2021 των εκδόσεων ΒΗΤΑ, με τίτλο, «Ιατροί και Ασθενείς στη Χαρακτική (1609 – 1840)», όπου οι γελοιογράφοι διακωμωδούν τους αντιεμβολιαστές και τις φοβίες τους. Σε μια γελοιογραφία δείχνει ανθρώπους να εμβολιάζονται και σε λίγο να βγαίνουν από το σώμα τους αγελάδες!
Σήμερα εκτός από τα τσιπάκια που «εμφυτεύονται» στο σώμα μας, κάποιοι ισχυρίζονται ότι όσοι εμβολιάστηκαν θα βγάλουν κέρατα στο κεφάλι και ουρά! Σε μία άλλη γελοιογραφία δείχνει τον Edward Jenner (1749 – 1823), που ήταν επινοητής του εμβολιασμού κατά της ευλογιάς, με άλλους δύο συναδέλφους του, να απομακρύνουν τους αρνητές του εμβολιασμού, που αποχωρούν με κατάρες! Κάθε ομοιότητα με τα καθ' ημάς, είναι απλώς συμπτωματική...
Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου ένα περιοδικό του 1960. Μεταξύ των άρθρων ήταν ένα για την αξία και την αναγκαιότητα του εμβολιασμού. Και τότε υπήρξαν αντιεμβολιαστές, αλλά η απήχηση τους ήταν μικρή. Το κίνημα του αντιεμβολιασμού επιτάθηκε με τον Η1Ν1 πριν από μία δεκαετία, αλλά τώρα πλέον έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Μπορούμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε την ομάδα αυτών που διστάζει. Με μία πληρέστερη ενημέρωση, η διστακτική αυτή ομάδα, μπορεί να πεισθεί.
Εκεί, όμως, που είμαι απαισιόδοξος είναι στο κομμάτι εκείνο του πληθυσμού που έχει ιδεολογικοποιήσει ή έχει δώσει διαστάσεις μεταφυσικές στο πρόβλημα. Και δεν εννοώ μόνο τους χριστιανούς, αλλά και όλους όσοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε μία ιδεολογία, όπου απαγορεύεται η κριτική σκέψη, η ελευθερία επιλογής και η προσωπική ευθύνη πάει στο περιθώριο. Όταν δεν αντέχεις την ελευθερία σου και την προσωπική σου ευθύνη, ψάχνεις για ένα «καταφύγιο ιδεών», κάπου να κουρνιάσεις να παραδώσεις την ελευθερία, τη σκέψη, την ευθύνη και να παίρνεις «γραμμή» από κάποιο άλλο κέντρο ή πρόσωπο. Αυτή ακριβώς είναι η λειτουργία της σέκτας. Απροκάλυπτα ο γκουρού Μαχαράτζι πριν χρόνια, καλούσε τους οπαδούς του «να πετάξουν το μυαλό τους στο σκουπιδοτενεκέ και ν' ακολουθήσουν το δικό του μυαλό!» Κάθε σέκτα δείχνει υπερβολική αφοσίωση σε κάποιο πρόσωπο, (γκουρού, «γέροντα», λαοπλάνο) ή σε κάποια ιδέα. Απαιτεί ολοκληρωτική αφοσίωση.
Ξέρει να χρησιμοποιεί, να χειρίζεται, να πείθει, να τρομοκρατεί, να εξαναγκάζει, να ελέγχει, να ταπεινώνει. Δεν επιτρέπει την κριτική, με τη δικαιολογία ότι όταν αγωνίζεσαι για μία ιδέα ή ένα σκοπό, όταν είσαι στην πρώτη γραμμή της μάχης, δεν έχεις την πολυτέλεια της κριτικής. Μόνο μάχεσαι... Στις σέκτες, ιδεολογίες, ολοκληρωτικά κόμματα ή καθεστώτα, όλα είναι τακτοποιημένα. Έχει μεριμνήσει το «κυβερνών στόμα» να υπάρχουν έτοιμες απαντήσεις, προκατασκευασμένα τσιτάτα για όλους και για όλα. Τα μέλη δεν έχουν μάθει στο διάλογο, δεν έχουν μάθει να ακούνε τον συνομιλητή τους. Μοιάζουν σαν κουρδισμένοι και απαγγέλουν το ποίημα, την έτοιμη και μασημένη τροφή, που τους έχει δοθεί από πάνω. Υπερασπίζονται την ιδεολογία τους μ' έναν πρωτόγονο φανατισμό που πολλές φορές καταντάει επικίνδυνος. Τα μέλη και οι οπαδοί έχουν την αίσθηση ότι είναι οι «εκλεκτοί» οι «σεσωσμένοι». Το σύνθημα «εμείς και οι άλλοι», είναι η πρώτη παγίδα της σέκτας. Και αφού αυτοί είναι οι «εκλεκτοί» δεν φταίνε σε τίποτα. Για όλα φταίνε οι άλλοι: Το κεφάλαιο, οι σκοτεινές δυνάμεις, οι πολυεθνικές, ο σιωνισμός, η παγκόσμια μυστική υπερκυβέρνηση, ο αντίχριστος κ.λπ.
Πάντα σε κάθε κρίση υπάρχει κάτι για να δαιμονοποιήσουν και το οποίο θα πρέπει να το καταγγείλουν, να του επιτεθούν, να διαδηλώσουν στους δρόμους. Όταν κανείς έλθει αντιμέτωπος με τέτοιες καταστάσεις και πρόσωπα, είναι εκ των προτέρων χαμένος. Μάταιος κόπος. Κάθε συζήτηση με ιδεολόγους, ιδεοληπτικούς, φανατισμένους, παρανοϊκούς, εκουσίως ανοηταίνοντας, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. «Με τη βλακεία και οι Θεοί ακόμη δεν τα βγάζουν πέρα», έλεγε ο Σίλλερ.
Γράφει γι' αυτό το φαινόμενο ο Χ. Γιανναράς: «Αυτός είναι ο λόγος που αποδείχνεται πάντα μάταιη κάθε προσπάθεια (έστω κι αν γίνεται με την πιο γνήσια ανθρώπινη συμπάθεια) να υποδείξεις λάθη, νευρωτικές μονομέρειες ή μικρονοϊκές αφέλειες σε ανθρώπους στρατευμένους και εγκλωβισμένους ψυχολογικά σε οποιοδήποτε ιδεολογικό καταφύγιο. Δεν υπάρχουν περιθώρια διαφωνίας, διαλόγου, κριτικής αντιπαράθεσης ή επιχειρηματολογίας, όταν ο άλλος νιώθει έστω και ασυνείδητα ότι του αμφισβητείς τα ερείσματα που τον δικαιώνουν στα ίδια του τα μάτια […] Αυτός ο τύπος ανθρώπου, εγκλωβισμένος σε κάποια σέκτα, ιδεολογία κ.λπ., σαρκώνει μια τραγικότητα που αξίζει πολλή συμπόνοια και ανεκτική κατανόηση. Γνώρισα τέτοιους ανθρώπους στρατευμένους στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό ή στον ορθόδοξο μαρξισμό ή στον τροτσκισμό ή στον μαοϊσμό ή στον ρωμαιοκαθολικό κλήρο ή σε προτεσταντικές σέκτες. Και λέω ότι αξίζει να τους συμπονάει κανείς, γιατί μόνο από φοβερή εσωτερική ανασφάλεια γαντζώνεται ο άνθρωπος έτσι απεγνωσμένα στη σιγουριά μίας ολοκληρωτικής ιδεολογίας και μάχεται γι' αυτήν, δηλαδή για την σιγουριά του, με νύχια και με δόντια. Επιλέγει αθέλητα την τραγική μοναξιά του “εκλεκτού”, του “ασυμβίβαστου”, του “γνήσιου ορθόδοξου”, του “αγωνιστή με συνέπεια”. Μα κάπου βαθιά μέσα του σφαδάζει το χαμένο του πρόσωπο, η δίχως ταυτότητα ψυχή του».
Αφορμή να γράψω τούτες τις γραμμές, στάθηκε μία φωτογραφία από τις αντιεμβολιαστικές διαδηλώσεις που έγιναν την περασμένη εβδομάδα. Όπως πάντα η Πλατεία Συντάγματος είναι ο κοινός τόπος όλων των αντί... Ένας νεαρός ρασοφόρος σε έξαλλη κατάσταση μ' ένα μεγάλο σταυρό σα λάβαρο και πίσω του πλήθος μαινόμενων «χριστιανών», με αναπεπταμένες σημαίες να ωρύονται κατά του εμβολίου, που περιέχει τσιπάκι, κατά του Γκέιτς, της C.I.A. Ένιωσα βαθιά θλίψη. Όχι μόνον γιατί είναι επικίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και τις ζωές των άλλων, αλλά γιατί δίνουν μία άθλια εικόνα της Εκκλησίας. Καπηλεύονται την πίστη, ευτελίζουν την αγωνία των ανθρώπων που αναζητούν διέξοδο στα υπαρξιακά τους προβλήματα. Ένας πολύ σοβαρός άνθρωπος αρκετά υποψιασμένος, τα τελευταία χρόνια, έπειτα από προσωπική του αναζήτηση, είχε αρχίσει μια προσέγγιση με την Εκκλησία. Βλέποντας τη στάση των κατ' όνομα χριστιανών στην περίοδο της πανδημίας, απογοητεύτηκε. Είπε στο φίλο του, που όλο αυτό τον καιρό του συμπαραστάθηκε στις αναζητήσεις του: μην μου ξαναμιλήσεις για Εκκλησία. Το κεφάλαιο αυτό έκλεισε για μένα.
Άραγε όλοι αυτοί οι φανατισμένοι κι εγκλωβισμένοι στις ιδεοληψίες τους, έχουν υποψιαστεί τις οδυνηρές συνέπειες της αφροσύνης τους. Αναρωτιέμαι, ο λόγος του Ιησού Χριστού «δι’ υμών βλασφημείται το όνομά μου εν τοις έθνεσι», τους έχει ποτέ προβληματίσει; Να, λοιπόν, γιατί είμαι απαισιόδοξος. Το αντιεμβολιαστικό κίνημα, που εκπροσωπείται κυρίως από «ιδεολόγους» εγκλωβισμένους στα ιδεολογικά τους καταφύγια, είναι σχεδόν αδύνατο να τιθασευτεί. Ακούγεται ότι θα υπάρξει υποχρεωτικός εμβολιασμός. Οι ευαίσθητοι στις δημοκρατικές διαδικασίες, αντιδρούν και μιλούν για αντισυνταγματικότητα. Δεν αμφιβάλω ούτε συμφωνώ με δικτατορικές μεθόδους. Όμως, όταν κάποιοι γίνονται δημόσιοι κίνδυνοι; Όταν το παιδί σου παίζει με τα σπίρτα πάνω από ένα καζάνι βενζίνη, δεν συζητάς, ούτε χάνεις τον χρόνο σου να του εξηγήσεις. Γιατί δεν θα προλάβεις. Του αρπάζεις τα σπίρτα από τα χέρια... Όταν ένας άλλος κουβαλάει ένα μπουκάλι με βιτριόλι, δεν ανοίγεις συζήτηση του αρπάζεις το μπουκάλι από τα χέρια...
Κάποτε πήγαν να δουν τον άγιο Αντώνιο κάποιοι επισκέπτες. Ήθελαν να ακούσουν κάποιο λόγο από τον άγιο γέροντα. Ο άγιος Αντώνιος τους είπε τρία πράγματα. Και στα τρία διαφώνησαν. Δεν ήταν διατεθειμένοι ν' ακούσουν και βέβαια να πράξουν. Τότε ο άγιος Αντώνιος, με χιούμορ, (οι άγιοι πάντα έχουν χιούμορ), γυρίζει στο μαθητή του και του λέει: Φτιάξε λίγο λαπά να φάνε και να πάνε στο καλό, γιατί είναι άρρωστοι. Έπειτα γυρίζει στους επισκέπτες και τους λέει: Τι να σας κάνω; Το ένα δεν μπορείτε, το άλλο δεν το θέλετε... Ευχών χρεία. Που σημαίνει, χρειάζεστε προσευχή. Αλλά μάλλον ο άγιος εννοούσε αυτό που λέει και ο λαός μας, «χρειάζεστε διάβασμα».
Όταν τα θύματα της πανδημίας είναι εκατομμύρια (στην Ελλάδα έφτασαν τις 13,000, δηλαδή μία ολόκληρη πόλη), όταν υπάρχουν τόσες μαρτυρίες ανθρώπων που πέρασαν αυτή την φοβερή δοκιμασία, με τόσες συνέπειες στην υγεία τους, όταν τόσοι επιστήμονες κάνουν τεράστιους αγώνες να σώσουν ανθρώπους και να ενημερώσουν με επιστημονικά στοιχεία κ.λπ., κ.λπ., και ο άλλος επιμένει ότι ο COVID 19 είναι μία γριπούλα, ότι το εμβόλιο είναι επικίνδυνο και αχρείαστο, τότε δεν υπάρχει κάτι άλλο να κάνεις. «Ευχών χρεία». Διάβασμα. Και όχι απλώς διάβασμα. Χρειάζονται οι μεγάλοι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου...

ΠΗΓΗ: ORTHODOXIA INFO

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Η αναβίωση του ανορθολογισμού

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«Μακάριοι» όσοι εκτοξεύουν μύδρους κατά του κορονοϊού και των εμβολίων, που μας προφυλάσσουν από αυτόν. Διότι ως «πιστοί Ορθόδοξοι» και υπερασπιστές του Ελληνικού Έθνους από λογιώ - λογιώ συνομωσίες, όπως στριγκλίζοντας λένε, δικαιούνται της σωτηρίας και της αυτασφάλειας που τους δίνει ο Ιησούς, στον οποίο νομίζουν πως πιστεύουν.
Όσα βλέπουμε κι ακούμε σε πορείες διαμαρτυρίας «Ορθοδοξοταλιμπάν», των οποίων ο παραδοσιακρατικός σκοταδισμός τους μετά βδελυγμίας εγκλωβίζει τη λογική στην απόχη της μισαλλοδοξίας τους, παραπέμπουν σε μηχανισμούς του ανορθολογισμού. Οι αρνητές του κορονοϊού και των εμβολίων υποστηρίζουν πως εδώ και δύο χρόνια, ολόκληρος ο πλανήτης, με αφορμή τον κορονοϊό, χειραγωγείται από ένα σύστημα παγκόσμιας συνωμοσίας, του οποίου θύματα δεν είναι μόνο η οικονομία, το υπάρχον κοινωνικοπολιτικό σύστημα αλλά, δυστυχώς, είναι και η επιστήμη. Στις συγκεντρώσεις και τις πορείες που πριν λίγες ημέρες έγιναν στην Αθήνα και την Πάτρα, μπροστάρηδες ήταν συνάνθρωποί μας από τον εκκλησιαστικό χώρο: ιερείς και πιστοί χριστιανοί που, με εικόνες αγίων και ελληνικές σημαίες στο χέρι, διαδήλωναν ενάντια στη βεβαιότητα του κορονοϊού [Με το... Σταυρό στο χέρι εναντίον των εμβολίων]. Τρία καίρια ερωτήματα, έχω τη γνώμη, πως είναι δύσκολο να απαντηθούν. Μπορεί κανείς να συμμαχήσει με τον ανορθολογισμό; Είναι δυνατόν να ληφθεί σοβαρά υπόψη το πρόταγμα της «αλήθειας» όπως οι αρνητές του κορονοϊού τη χρησιμοποιούν και διατείνονται πως την κατέχουν; Και το κυριότερο, αυτή η «αλήθεια», όταν προέρχεται από φανατισμένους και προληπτικούς θρησκευόμενους – η εικόνα με αλαλάζοντα πιστό με το Σταυρό στο χέρι, παραπέμπει σε τραγικές περιόδους της Ιστορίας - είναι δυνατόν να εκλαμβάνεται ως αυθεντική πίστη στην αλήθεια;
Αποτολμώντας απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα πιστεύω πως ως εργαλείο ερμηνείας για το τι είναι αληθές και τι αναληθές στην πανδημία του κορονοϊού, η μόνη πραγματικότητα είναι τι λέγει η επιστήμη γι’ αυτόν. Ποια επιστήμη όμως; Σίγουρα όχι του «φετιχισμού της επιστήμης», της επιστήμης που σ’ αυτή επενδύουμε τα πάντα, με θρησκευτικές προσδοκίες που, κυριολεκτικά, «απαντά σε όλα ή που κάποτε θα απαντήσει». Τέτοια αντίληψη για την επιστήμη μόνο οι αφελείς έχουν και, δυστυχώς, αυτή η αντίληψη και η βεβαιότητα καλλιεργείται, μεταθέτοντας στην παντοδυναμία της επιστήμης κάθε πρόβλημα και αναπάντητο ερώτημα του ανθρώπου[1]. «Το κακό της επιστήμης», έλεγε ο Άγγελος Τερζάκης, «είναι πως ό,τι αγγίζει το εκλογικεύει, το παγώνει, το εντάσσει αμέσως στο σταθμητό». Κι αφού υποτάσσει τα πάντα στο «λογικό ελεγχόμενο», χωρίς να το γνωρίζει, το μόνο που κάνει είναι να το «περιγράφει κατά κύριο λόγο» και να μην το «ερμηνεύει»[2].
Τα παραπάνω, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να ενταχθούν στη σκέψη του ανορθολογισμού, με θρησκευτικές και ψυχολογικές (γιατί όχι και με ψυχιατρικές) κυρίως προεκτάσεις. Σ’ αυτόν τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι αρνητές του κορονοϊού και των εμβολίων δεν πιστεύουν στην επιστήμη, ούτε την εμπιστεύονται. Αρνούμενοι κατά κανόνα κάθε δεδομένο της επιστημονικής μεθόδου κι οδηγούμενοι στην άρνηση της ορθολογικότητας, ερωτοτροπούν με τη βία. Έτσι εξηγείται το γεγονός πως και στην μαρτυρική Κύπρο φανατικοί αντικορονοϊστές εισέβαλλαν σε τηλεοπτικό κανάλι και τα έκαναν γης Μαδιάμ [Κύπρος: Επίθεση αρνητών της πανδημίας στο κανάλι “Σίγμα”]. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που σ' αυτό το συρφετό των μαζώξεων και των αλαλαγμών, πολλοί είναι εκείνοι που κινούνται στο υπέδαφος της βίας, του φανατισμού και του ανορθολογισμού.
Ζούμε «σε εποχή μεγάλων ιρρασιοναλισμών» γράφει ο Φώτης Τερζάκης, σ’ ένα από τα πολλά βιβλία του. Τον Τερζάκη τον είχαμε γνωρίσει εδώ στη Μυτιλήνη, πριν λίγα χρόνια, σε μια διάλεξή του σε χώρο που πριν λειτουργούσε ως παιδικός σταθμός, κοντά στον Άγιο Θεράποντα. Ετούτοι οι ιρρασιοναλισμοί (ανορθολογισμοί), αν και ποικίλουν, έχουν ένα βασικό χαρακτηριστικό: νεκρανασταίνονται σε καιρούς κρίσεων. Ο Τερζάκης τους θεωρεί «διαλεκτικό φαινόμενο», με «σημασίες μεταλλασσόμενες» αναλόγως των ειδικών συγκυριών που εμφανίζονται, και αναλόγως των ειδικών μορφών τις οποίες προσλαμβάνουν[3]. Το ίδιο σχεδόν υποστηρίζει κι ο μακαρίτης Παναγιώτης Κονδύλης: «εκτός από το ότι ο χαρακτήρας του ανορθολογισμού (με τη λογική έννοια του όρου) κυμαίνεται κάθε φορά ανάλογα με τις περιστάσεις και τον αντίπαλο, το άλλο μεγάλο μειονέκτημά του έγκειται στην αδυναμία του να πραγματοποιήσει τη βασική του απόφαση, δηλ., την άρνησή του να προχωρήσει στην εκλογίκευση της θεμελιώδους κοσμοθεωρητικής του στάσης»[4].
Στην περίπτωση των αρνητών του κορονοϊού και των εμβολίων, ένα μεγάλο μέρος αυτών των ανορθολογιστών κινείται στη σφαίρα του φονταμενταλισμού, θρησκευτικού και εθνικιστικού, άκρως επικίνδυνης νοοτροπίας για το μέλλον των παιδιών μας.

[1] ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1984). «Φετιχισμός της Επιστήμης», στο: Ορθός Λόγος και Κοινωνική Πρακτική. Αθήνα: Δόμος, σσ. 72-73.
[2] ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ. (1996). «Αινιγματική Λειτουργία», στο: Εποχή των Ερωτημάτων. Αθήνα: Οι Εκδόσεις των Φίλων, σ. 59.
[3] ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ. (1998). «Έννοιες και Μορφές του Σύγχρονου Ανορθολογισμού», στο: Ανορθολογισμός, Φονταμενταλισμός και Θρησκευτική Αναβίωση: Τα Χρώματα της Σκακιέρας. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σσ. 11-14.
[4] ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ. (1998). «Ορθολογισμός και Ανορθολογισμός», στο: Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, τ. Α΄. Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 50.


Τάσσος, «Οργή», 1963, 100Χ38εκ., Δημοτική Πινακοθήκη Καλαμάτας “Α. Τάσσος”. ΠΗΓΗ: ΕΙΚΑΣΤΙΚΟΝ

Σάββατο 17 Ιουλίου 2021

Ανοιχτή βεντάλια το ξαναδιάβασμα βιβλίων

«[...] το μελάνι είναι το μαύρο σπέρμα της νύχτας»· Ισίδωρος Ζουργός, Η αηδονόπιτα.

«Δοκιμάστε να αυτοσχεδιάσετε και να μιλήσετε μια φανταστική γλώσσα έστω και για τριάντα δευτερόλεπτα χωρίς διακοπή!»· Μίλαν Κούντερα, Η γιορτή της ασημαντότητας.

«Αλλά να, ξαφνικά ο Θεός σαν μια γροθιά, σαν ένα κοφτερό δρεπάνι φως»· Αντονέν Αρτώ, Η μεγάλη μέρα και η μεγάλη νύχτα.


Απόκομμα από παλαιό καλό περιοδικό... των φοιτητικών χρόνων.

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

Μπορεῖ να ξαναγραφεῖ ἡ ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας;

Τοῦ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΟΣΧΟΥ

Α. Ἱστορώντας την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία

Ἡ εἰκόνα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, συχνά καθορίζεται ἀπό τήν ἱστορική της συνέχεια καί ταυτότητα μέ τήν πρώτη καί ἀρχαία Ἐκκλησία. Κατά τήν ἐποχή τῆς ἀνάπτυξης τῆς νεότερης ἱστοριογραφίας μετά τόν 17ο αἰώνα, ἕνα σοβαρό βῆμα στήν διαμόρφωση αὐτῆς τῆς εἰκόνας στόν ἑλληνόφωνο κατ’ ἀρχήν χῶρο, ἔγινε ὅταν ἡ ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στήν Ἀνατολή χρησιμοποιήθηκε κι ἀπό τήν ἴδια γιά ἀπολογητικούς καί πολεμικούς λόγους σέ δύσκολες ἐποχές. Μετά τή Μεταρρύθμιση καί τούς ὁμολογιακούς πολέμους πού ἀποτελοῦν καί πόλεμο ἱστοριογραφικοῦ ἀφηγήματος γιά τό ποιός διασώζει τόν αὐθεντικό Χριστιανισμό, στήν Ἀνατολή ἀκολουθοῦν ἔργα πού στηρίζουν τήν ἀδιάσπαστη παρουσία τῶν Ὀρθοδόξων στήν Ἀνατολή, ὅπως ἡ Ἐπιτομή εροκοσμικῆς Ἱστορίας τοῦ Νεκταρίου Ἱεροσολύμων ἤ πού ἀντλοῦν ὑλικό καί μέθοδο ἀπό τήν πολεμική ἐκκλησιαστική ἱστοριογραφία τῆς Δύσης ὅπως τίς Μαγδεμβούργειες Ἑκατονταετηρίδες, ὅπως τοῦ φιλολατίνου μοναχοῦ Παϊσίου Λιγαρίδη καί πάνω σ’ αὐτό (ἐμπλουτίζοντάς το) θά γράψει ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων τό γνωστό ἔργο του Ἱστορία τῶν ἐν Ἰεροσολύμοις Πατριαρχευσάντων. Τό ἔργο αὐτό θά χρησιμοποιήσει πλέον τήν ἱστορία γιά νά ἀνασκευάσει διδασκαλίες τῶν Λατίνων ὅπως τό παπικό πρωτεῖο, λειτουργικά ζητήματα κ.λπ.). Στίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 18ου αἰώνα συγγράφεται ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τοῦ Μελετίου Ἀθηνῶν (Μήτρου) πού εἶναι περισσότερο ἱστορία καί λιγότερο πολεμική δογματική πραγματεία, ὅμως ἡ θεματική κινεῖται περίπου στήν ἴδια κατεύθυνση.
Δεν εἶναι ὑπερβολή να ποῦμε ὅτι παρά τήν ἀνάπτυξη τῶν σημαντικῶν ἐπιστημονικῶν ἐργαλείων, ὅπως τῆς κριτικῆς τοῦ κειμένου, τῆς χρήσης τῶν ἀρχαιολογικῶν πηγῶν, δέν ἄλλαξε ριζικά ἡ γενική στοχοθεσία και ὀπτική ἀπό την πολεμική καί τήν ἀπολογητική ἀξιοποίηση τῆς θεσμικῆς καί γενικότερης συνέχειας καί τήν ἔμφαση στό πεδίο τῆς γεγονοτολογίας στά πρόσωπα, τούς θεσμούς καί τίς ἰδέες τοῦ προσκηνίου τῆς ἱστορίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Σέ δεύτερη μοῖρα ἔρχονται φαινόμενα τοῦ ΠΑΡΑσκηνίου, δηλαδή λαϊκή εὐσέβεια, ἁγιολογία, ἱστορία τῆς ἄσκησης, ἐξέλιξη τῆς θείας λατρείας κ.λπ., πού στά ἐγχειρίδια τιτλοφοροῦνται «ἐσωτερικός βίος» τῆς Ἐκκλησίας.
Εἶναι συνεπῶς εὔλογο ὅτι ἡ ἱστοριογράφηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας αὐτοῦ τοῦ εἴδους μετατρέπεται σέ μιά ἐκκλησιολογική κατηγορία: ἡ ἱστορία ταυτίζεται μέ τήν «οὐσία» τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἐν χρόνῳ κατανόηση τῆς «μίας, ἁγίας, καθολικής καὶ ἀποστολικής Ἐκκλησίας». Ἄρα ἀμφισβήτηση ἀκόμα καί ἐπιμέρους πτυχῶν ἤ γεγονότων θά «ξήλωνε» σιγά-σιγά σάν πουλόβερ ὅλο τό οὐσιῶδες περιεχόμενο μέ προφανεῖς σωτηριολογικές συνέπειες.

1. Ὁ πολεμικός χαρακτήρας

Τό πιό εὔκολο πρᾶγμα γιά νά κατοχυρώσεις τήν ταυτότητά σου φαίνεται νά εἶναι ἡ ἐπίθεση σέ ὅ,τι φαίνεται διαφορετικό. Ἡ πλήρης ἐπαναφορά τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στή σύγχρονη παγκόσμια κοινωνία καί πραγματικότητα μετά τή δεκαετία τοῦ 1990 ἔφερε μιά γιγαντιαία ἀναμόχλευση γιά τήν διεκδίκηση ταυτότητας σ’ ἕναν κόσμο ἀλλαγῶν. Ἡ ἐπίθεση στήν Ἀνατολή, στή Δύση, στό filioque, στό πρωτεῖο, στόν Ὀρθολογισμό, τό δικαιωματισμό, τό Ἰσλάμ, κ.ἄ.π., ἀπετέλεσαν ἕνα πολύ πειρασμικό περιβάλλον γιά τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ὥστε νά συνεχίσει μιά πορεία, ἡ ὁποία βεβαίως στό παρελθόν ὡς πολεμική εἶχε ἀναμφισβήτητα γόνιμες πλευρές, ἀλλά τώρα, σ’ ἕνα γενικό bellum omnium contra omnes τά ἐλαττώματα αὐτῆς τῆς πορείας φαίνονται πιά πολύ καθαρά. Σημειώνω δύο: τό διαρκές σύνδρομο θυματοποίησης πού συνοδεύει τήν Ὀρθόδοξη νεώτερη ἐκκλησιαστική ἱστορία καί περιορίζει ὅλες τίς πλευρές τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς σ’ ἕνα ρομαντικά ἡρωϊκό ἄνισο διμέτωπο ἀγώνα κατά τῶν δύο Γολιάθ τῆς Λατινικῆς Δύσης καί τῆς Ἰσλαμικῆς Ἀνατολῆς. Συναφής δεύτερη παρενέργεια εἶναι ἐπιστημολογικές στρεβλώσεις. Κλασικό παράδειγμα στήν ἑλληνόφωνη ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι ἡ ὑστεροβυζαντινή περίοδος, πού ἀντιμετωπίζεται ὡς περίοδος «σάντουιτς» ἀνάμεσα στην ἔνδοξη βυζαντινή ἐποχή πού προηγήθηκε καί τήν Τουρκοκρατία πού ἀκολούθησε, καί συνοδεύεται μέ γενικευμένες κρίσεις τουλάχιστον προβληματικές: θεωρεῖται περίοδος παρακμῆς, προδοσίας, διαμάχης Ὀρθόδοξων ἑνωτικῶν και ἀντορθόδοξων ἀνθενωτικῶν κ.λπ.
Ἀπό θεολογικῆς πλευρᾶς γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἔννοια τῆς αὐτομεμψίας καί τῆς ἀποφυγῆς τῆς κατάκρισης εἶναι βασικά σημεῖα πρόοδου τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί αὐτό τό στοιχεῖο δέν μπορεῖ παρά νά ἀφορᾶ καί τήν συλλογική αὐτοκατανόηση τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἑπομένως, εἶναι ἕνα πνευματικό αἴτημα πρωτίστως τό νά σπουδάσουμε τήν πορεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ νηφαλιότητα, καταλλαγή καί ἀμεροληψία. Ἀπό πλευρᾶς μεθοδολογικῶν ἐργαλείων ἔχουμε ἀξιοσημείωτη πρόοδο, ὅπως ἡ μεταποικιακή προσέγγιση (postcolonial approach) πού, παρά πιθανά σημεῖα κριτικῆς, βοηθᾶ νά κατανοήσουμε π.χ., πλευρές τοῦ ἀντιδυτικοῦ μονολόγου ὡς ἱστορίας.

2. Ἡ ἀπολογητική και αὐτοδοξαστική ἔμφαση στήν ταυτότητα

Μέ τήν τάση αὐτή, ἡ ἱστορία ὡς κριτικό ἀγώνισμα καί εὕρεση τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας τείνει νά ἀκυρωθεῖ, ἀφοῦ περιεχόμενο τοῦ ἱστορικοῦ ἀφηγήματος εἶναι ἡ πλήρης ἱστορική ταυτότητα, ἄρα ἡ μή-ἱστορία! Σύμφωνα μέ τίς ἰσχύουσες ἀντιλήψεις πού ἐνισχύονται ἀπό μιά ἐκκλησιαστική ρητορική μέ προφανεῖς ποιμαντικούς καί οἰκοδομητικούς στόχους, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα πλοῖο πού ταξιδεύει μέσα στό πέλαγος τῆς ἱστορίας (νοητή ναῦς). Ὅμως, στήν κλασική φρασεολογία τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιά τήν Ἐκκλησία ὡς σῶμα στήν Προς Ἐφεσίους Ἐπιστολή, τό σῶμα αὐτό ἐξελίσσεται καί «οἰκοδομεῖται»: «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καὶ περιφερόμενοι παντὶ ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας […] ἀληθεύοντες δὲ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, Χριστός». Ἀπό αὐτά συμπεραίνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία «αὔξει καί προοδεύει» καί δέν εἶναι ἕνα στατικό μέγεθος. Ἐπίσης, τούς προσερχομένους σέ αὐτήν τούς ἀλλάζει, ὅπως λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀλλάζοντας καί τήν φύση τῶν ἅγριων θηρίων σέ ἥμερα, σέ ἀντίθεση μέ τήν ἱστορική Κιβωτό μέ τήν ὁποία παρομοιάζεται γενικά ἡ Ἐκκλησία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ θετική ἀξιολόγηση ἀπό πολλούς ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς καί ὑμνογράφους ἡ κοσμοκρατορία τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας πού θεωρήθηκε ἐργαλεῖο τῆς Θείας Οἰκονομίας γιά νά διαδοθεῖ τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἄρα καί ἡ Ἐκκλησία καί ὁ «κόσμος» μέ θεολογική ἔννοια εἶναι μεγέθη πού ἐξελίσσονται καί σέ μεγάλο βαθμό ἀλληλεπιδροῦν κι ἔτσι πρέπει καί νά ἐξιστοροῦνται.

3. Ἡ ἐπιμονή στην ἐκκλησιαστική ἱστορία τοῦ προσκηνίου

Μιά ἄλλη σημαντική παρενέργεια εἶναι ἡ ταύτιση τῆς Ἐκκλησίας με τίς δομές της, τόν κλῆρο κ.λπ. ἐνῶ τό ὑπόλοιπο τμῆμα εἶναι τό ποίμνιο πού δέν παράγει ἱστορία, ἀλλά ἀκολουθεῖ τά γεγονότα ὡς ντεκόρ καί ἀποκτᾶ κάποιο ρόλο ὅταν εἴτε στηρίζει με μαζικές ἐκδηλώσεις συνόδους, χειροτονίες κ.λπ., ἤ ἀποτελεῖ πρόβλημα ὅταν ἀκολουθεῖ ἀποκλίνουσες πρακτικές καί πρέπει νά «κανονισθεῖ» κι ἔτσι μαθαίνουμε κατά λάθος σχεδόν γιά ὕπαρξη ἰουδαιοχριστιανῶν, τό ρόλο τῶν γυναικῶν, γνωστικίζουσες ἤ δυαρχικές ὁμάδες ἀσκητῶν, συγγραφεῖς κ.λπ., πού τιμῶνται ὡς ἅγιοι, θεωρώντας ὅλ’ αὐτά μιά οἰονεί ἀπόβλητη μορφή αἱρετικοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ὅμως γιά μεγάλα χρονικά διαστήματα δέν θεωροῦνταν ὡς τέτοια ἤ ἀποκαταστάθηκαν ἤ ἐπανερμηνεύθηκαν ἀργότερα.
Ὅμως, καί πάλι σύμφωνα με την παύλεια εἰκόνα (Ρωμ. 12:3-5) τὀ σῶμα ἀκριβῶς ἀπό αὐτά χαρακτηρίζεται, δηλ., ἀπό ποικιλομορφία τῶν μελῶν. Ἡ δομή εἶναι νευραλγική γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά αὐτό συνεπάγεται τήν ἰσότιμη ἐκκλησιολογική ἀξία ὅλων τῶν μελῶν, τήν ἐξέλιξη στή Λατρεία κ.λπ. Ἑπομένως, ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας θα πρέπει να εἶναι μια συνδυαστική ἐξιστόρηση «ἐξωτερικοῦ» καί «ἐσωτερικοῦ» βίου. Γιά παράδειγμα, πολύ δύσκολα θά κατανοήσουμε τήν ἐξέλιξη τῶν χριστολογικῶν ἐρίδων μετά τό 451 ἄν δεν συνεξετάσουμε τίς μεγάλες ἀλλαγές στή θρησκευτικότητα, τή μετεξέλιξη τῆς ὑστεροαρχαϊκῆς πόλης, τό νέο πολιτιστικό και γεωπολιτικό ρόλο μεγάλων κοινοβίων μοναστηριῶν στήν Παλαιστίνη ἤ τή Συρία.
Μαζί μ’ αὐτά συναντοῦμε κι να ἄλλο φαινόμενο: τήν ἱστοριογράφηση τῆς Ἐκκλησίας μέσα ἀπό να κέντρο ἱεραρχικό καί σέ μεγάλο βαθμό πολιτικό. Ὁ ἱστορικός μετατρέπεται σ’ ἕνα εἶδος ἱερομνήμονα / ὑπομνηματογράφου. Ἔτσι, κρίσιμα ζητήματα ὅπως ἡ πτώση τοῦ Βυζαντίου, ἡ ἀνάδειξη «ὑποκατάστατων» αὐτοῦ (Σουλτάνος, Τσάρος) περνοῦν μέσα ἀπό αὐτή τήν κατανόηση ἑνός ἱεραρχικοῦ κέντρου, μιά χρήση τῆς ἱστορίας πού βρίσκει ἰδιαίτερη ἐφαρμογή στό κανονικό δίκαιο. Ὅμως, τά πράγματα δέν ἦταν πάντα ἔτσι καί γιά νά ἀπαντήσουμε σήμερα μ’ ἕνα θετικό τρόπο πῶς μπορεῖ καί πρέπει νά γράφεται ἡ ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας θά πᾶμε στήν ἀρχή τῆς κκλησιαστικῆς στορίας.

Β. Μπορεῖ να ὑπάρξει «ἄλλη ἱστορία»;

Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία ὡς ἰδιαίτερο γραμματειακό εἶδος ἄνθισε τόν 4ο καί τόν 5ο αἰώνα μέ πρῶτο διδάξαντα τόν Εὐσέβιο Παμφίλου Μητροπολίτη Καισαρείας Παλαιστίνης πού μίλησε γιά ἱστορία ἐπικεντρωμένη στήν οἰκονομία τοῦ Κυρίου και Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Εὐσέβιος εἶχε ἐπίγνωση τῆς πρωτοτυπίας τοῦ ἐγχειρήματός του γράφοντας στόν πρόλογο ὅτι «πρῶτοι νῦν τῆς ὑποθέσεως ἐπιβάντες οἰὰ τινα ἐρήμην καὶ ἀτριβῆ ὁδόν ἐγχειροῦμεν» (Ἐκκλ. Ἱστ. Α΄ 1, 3).
Ὅμως, ὁ Εὐσέβιος εἶχε ἤδη ἐργασθεῖ συγκεντρώνοντας ὑλικό σέ δύο ἄλλα ἔργα, τή Χρονογραφία καί τήν Εὐαγγελική Προπαρασκευή, ὅπου συγκεντρώνει τήν ἀπαραίτητη γνώση ἱστορικῆς ὕλης πού θά τοῦ ἐπέτρεπε νά παραλληλίσει καί νά συσχετίσει τά ἐκκλησιοϊστορικά γεγονότα μέ ἐκείνα τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Τί σημαίνουν ὅλα τά παραπάνω:
  • ὅτι ἡ ἀρχική ἰδέα γιά τήν δημιουργία μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας δέν εἶναι τόσο ξεχωρισμένη ἀπό τήν προσπάθεια ἱστοριογραφικῆς σύλληψης τῆς παγκόσμιας ἱστορίας (δηλαδή τή Χρονογραφία) ὅσο συνήθως πιστεύουμε.
  • ὅτι κάθε προσπάθεια ἱστοριογράφησης βασίζεται στή μέθοδο καί τή συσσωρευμένη γνώση τῆς μέχρι τότε ἱστοριογραφίας (πίνακες, συγγραφεῖς, πηγές κ.λπ.) ἀλλά γίνεται ἀντικείμενο ἐπεξεργασίας (μέ αὐτούσια μάλιστα παραθέματα ἀπό πηγές) γιά νά φτιαχτεῖ μιά τεκμηριωμένη ἀφήγηση τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας ΜΕΣΑ στην ἱστορία τοῦ κόσμου μέ ἄξονα τό ἔργο τοῦ Ίησοῦ Χριστοῦ (ἱστορία τῆς Θείας Οἰκονομίας).
  • ὑπάρχουν συγκεκριμένα αἴτια καί κίνητρα γιά τήν ἱστορία πού τά παρέχει ἡ συνάντηση τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος με τίς προκλήσεις καί τά ἐρωτήματα κάθε ἐποχῆς. Αὐτά εἶναι α) πρός τά ἔξω ἡ ἀπολογητική προσπάθεια νά φανεῖ ὁ Χριστιανισμός ἀρχαιότερος ἀπό τόν Ἑλληνισμό, β) πρός τά μέσα νά φανεῖ ἡ ἱστορική συνέχεια μέ τούς φορεῖς τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος μέσω τῶν ἐπισκόπων καί γ) νά καταρριφθεῖ ἡ ἀντίληψη ὅτι μέ βάση χρονικούς ὑπολογισμούς ἔρχεται σύντομα ἡ Δευτέρα Παρουσία καί τό τέλος τοῦ κόσμου. Φυσικά, καθώς προχωροῦμε στόν 4ο αἰώνα, ὁ Εὐσέβιος δίνει ἕναν πιό ἠθοπλαστικό σκοπό στήν ἀφήγησή του καί ἀργότερα, ἀρχίζει νά ἀποκρυσταλλώνεται ἡ ἰδέα μιᾶς συνάφειας μέ τή Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία γι’ αὐτό καί ὁ Σωκράτης έξιστορεῖ μέ χωρισμό σέ βασιλεῖες, ὅμως περιγράφει καί τόν Χριστιανισμό ἔξω ἀπό τη Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ἀργότερα, καθώς ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία μετατρέπεται σέ «βυζαντινή» ἱστορία, αὐτό χάνεται.
Ποιά σημασία ἔχουν τώρα αὐτές οἱ παρατηρήσεις γιά μᾶς; Συνδυάζοντάς τες μέ τίς παραπάνω ἐπικρίσεις μποροῦμε νά καταλήξουμε στίς ἑξῆς σκέψεις γιά τό πῶς μποροῦμε νά ξαναγράψουμε ἤ νά ξανασυλλάβουμε την ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Αὐτό θά γίνει μέ τό νά:
  • ἐπανακαθορίσουμε τή σχέση τῆς ἱστορίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τήν παγκόσμια ἱστορία χωρίς θυματοποιήσεις ἤ αὐτοκρατορικά σύνδρομα, ἄρα ξαναπεριλαμβάνοντας τήν ἱστορία τῆς περιφέρειας (π.χ., τῶν Ἀρχαίων Ἀνατολικῶν Χριστιανῶν κατ’ ἀρχήν πού εἶναι καί οἱ πιο κοντινοί) ἀλλά καί τῶν ἄλλων Χριστιανῶν σέ διαρκῆ ἀλληλεπίδραση καί ὄχι μέ πολεμική ἤ φοβική διάσταση, καί τέλος τήν πολιτική, κοινωνική καί πολιτιστική ἱστορία ὁλόκληρου τοῦ σύγχρονου κόσμου. Ἔτσι, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θά πάψει νά εἶναι τό πλατωνικό «μπαλόνι» πού πλέει ἀκατάρριπτο στούς ἐχθρικούς οὐρανούς τοῦ κόσμου καί θά γίνει ἕνα ἱστορικό ὑποκείμενο πού διαρκῶς κατακτᾶ τήν ἑνότητα καί τήν ταυτότητά του, χωρίς νά χρειάζεται νά πολεμᾶ τούς «ἄλλους».
  • ἀνακτηθεῖ ὁ ἀνοικτός χαρακτήρας τῆς ἱστορίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας πού πορεύεται πρός τή συνάντηση μέ τήν κεφαλή καί Σωτήρα της, ἀλλά ἡ πορεία αὐτή ὑπόκειται στήν εὐθύνη κάθε ἐποχῆς καί ὅλων τῶν μελῶν τοῦ σώματος νά κατευθύνεται σωστά καί νά προετοιμάζεται πρός αὐτή τή συνάντηση, διότι μπορεῖ «πύλαι Ἄδου» νά μήν «κατισχύσουσιν αὐτῆς» (τῆς Ἐκκλησίας), πλήν «ὅταν ἔλθῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς εὑρήσῃ ἄραγε τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;», τὴν ἴδια στιγμή πού δύναται και «ἐκ τῶν λίθων τέκνα Ἀβραάμ ἐγεῖραι». Αὐτή τήν ἀνοιχτότητα καί τήν ἀνάληψη εὐθύνης πρέπει νά διαπαιδαγωγεῖ ἡ ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Μιά πρακτική ἰδέα ὁρολογικοῦ ἀναπροσανατολισμοῦ θά ἦταν ἀντί γιά Ἐκκλησιαστική Ἱστορία νά μιλήσουμε γιά Ἐκκλησία ἤ Χριστιανισμό στήν ἱστορία καί νά κρίνουμε τό Ορθόδοξο ἀπό τό μή ὀρθόδοξο ὄχι μέ βάση τό παρελθόν ἀλλά μέ κριτήριο τή δοκιμασία ἀπέναντι στίς ἱστορικές προκλήσεις.

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2021

Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

Yπόμνημα των Μονίμων Εκπαιδευτικών Εκκλησιαστικών Λυκείων και Γυμνασίων της χώρας, για το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση

ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΑΠΕΣΤΑΛΛΕΙ στον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη, στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών σε όλους τους Αρχιερείς, στις πολιτικές αρχές του τόπου και στα ΜΜΕ

Κατόπιν της ενημέρωσής μας με το 254/Γ2/31-05-2021 έγγραφο του αξιότιμου κ. Γεωργίου Καλαντζή, Γενικού Γραμματέα Θρησκευμάτων του Υ.ΠΑΙ.Θ., το οποίο αφορά το Σχέδιο Νόμου για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, επιθυμούμε να διατυπώσουμε την άποψή μας για το εν λόγω Νομοσχέδιο σε σχέση με τα Γενικά Εκκλησιαστικά Λύκεια και Γυμνάσια. Επισημαίνουμε, με απογοήτευση, ότι οι υπηρετούντες εκπαιδευτικοί της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης ουδέποτε εκλήθησαν από τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υ.ΠΑΙ.Θ., κατά τη διάρκεια της σύνταξης του εν λόγω Σχεδίου Νόμου, προκειμένου να εκφράσουν τις απόψεις τους. Και όπως φαίνεται, θα είναι ο μόνος, μέχρι σήμερα, κλάδος στα χρονικά της χώρας που δεν θα έχει τη δυνατότητα να εκφράσει τις όποιες απόψεις του, σωστές ή λανθασμένες. Οι όποιες απόψεις - προτάσεις που εστάλησαν στη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υ.ΠΑΙ.Θ., το 2017, με διαδικασία στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω, αφορούσαν το τότε Σχέδιο Νόμου και ασφαλώς υπό διαφορετικές συνθήκες.
Αναγκαζόμαστε, λοιπόν, να δημοσιοποιήσουμε τις θέσεις μας διά του τρόπου αυτού, διότι ο κλάδος μας, ο κλάδος των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, στερείται, από τριετίας, συνδικαλιστικού οργάνου, ήτοι της Ένωσης Λειτουργών Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (Ε.Λ.Ε.Ε.), κατά παράβαση του καταστατικού και με μεθοδεύσεις ανεξήγητες.
Με λύπη μας, επίσης, διαπιστώσαμε ότι κατά την προχθεσινή (28 Ιουνίου 2021) εξαγγελία των σχεδίων της Κυβέρνησης για την Παιδεία από τον εξοχώτατο κ. Πρωθυπουργό και την αξιότιμη κ. Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, ενώ οι κατά τόπους Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης προσκάλεσαν Διευθυντές σχολείων από όλη την χώρα να πάρουν μέρος στην διαδικτυακή συνάντηση, οι Διευθυντές των Εκκλησιαστικών Σχολείων της χώρας δεν εκλήθησαν αρμοδίως, ενώ το επικείμενο νομοσχέδιο αφορά άμεσα τα σχολεία.
Εν πάση περιπτώσει, υποτασσόμενοι στις συνθήκες οι οποίες έχουν διαμορφωθεί, θα θέλαμε να πούμε τα εξής:
  • Δεν επιθυμούμε το κλείσιμο των Εκκλησιαστικών Σχολείων και την κατάργηση των οργανικών θέσεων των εκπαιδευτικών τους. Στερρή άποψή μας είναι ότι τα Εκκλησιαστικά Λύκεια και Γυμνάσια της χώρας πρέπει να παραμείνουν σε λειτουργία, με τους εκπαιδευτικούς τους να εξακολουθήσουν να ανήκουν οργανικά σε αυτά. Ευγενής δε φιλοδοξία μας είναι, εν ευθέτω χρόνω, τα σχολεία μας να αυξηθούν σε αριθμό.
  • Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι κατά τα τελευταία δεκαπέντε έτη έκλεισαν τα μισά και πλέον από τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης στη χώρα (οκτώ Λύκεια - Γυμνάσια και τρία Ι.Σ.Δ.Ε.), με απόφαση της πολιτείας και χωρίς ευθύνη ή συναίνεση του κλάδου. Κατά συνέπεια, πολλοί εκπαιδευτικοί του κλάδου μας υπηρετούν σε σχολεία μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.
Θα θέλαμε δε να σημειώσουμε, ότι το πρόβλημα / αδιέξοδο επιτάθηκε κατά πολύ με την, από τριετίας, μη προκήρυξη μεταθέσεων για τους εκπαιδευτικούς της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, κίνηση, την αιτία και το κίνητρο της οποίας αδυνατούμε να αντιληφθούμε.
Αδυνατούμε, επίσης, να αντιληφθούμε τη λογική συνάφεια μεταξύ του πανελληνίου και όχι μόνο, αιτήματος για επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης εν Τουρκία και του κλεισίματος, όπως πολλοί θεωρούν, των εν Ελλάδι Εκκλησιαστικών Σχολείων.
Σύμφωνα με το άρθρο 54, παρ. 1 του Σχεδίου Νόμου, με τη λήξη του επομένου διδακτικού έτους 2021-2022, οι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης χάνουν τις οργανικές τους θέσεις και μετακινούνται στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και σε φορείς. Ζητούμε να θεσμοθετηθεί και στην περίπτωσή μας η ρύθμιση που έχει ήδη νομοθετηθεί για τα Πρότυπα Ε.ΠΑ.Λ. (ΥΑ Κ3/58084/ΦΕΚ 2180Β/25-05-2021, άρθρο 5), σύμφωνα με την οποία οι εκπαιδευτικοί των Ε.ΠΑ.Λ., που μετατρέπονται σε Πρότυπα (Π.ΕΠΑ.Λ.) δικαιούνται, εφ’ όσον το επιθυμούν, να διατηρήσουν την οργανική τους θέση στο Π.ΕΠΑ.Λ. Απορία πρώτη: γιατί αυτή η διακριτική εις βάρος μας μεταχείριση; Σημειώνουμε, μάλιστα, ότι παρόμοια ρύθμιση είχε ακολουθηθεί το 2006 με την κατάργηση των Μέσων Εκκλησιαστικών Φροντιστηρίων (Μ.Ε.Φ.), την υποκατάστασή τους από τα Ιερατικά Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας (Ι.Σ.Δ.Ε.) και την συνακόλουθη απώλεια των οργανικών θέσεων των συναδέλφων. Ως γνωστόν, τα θνησιγενή Ι.Σ.Δ.Ε. έκλεισαν πριν καν συμπληρώσουν δεκαετία λειτουργίας και η Εκκλησία της Ελλάδος έχει πλέον απομείνει χωρίς κανένα ιερατικό σχολείο!
Το Σχέδιο Νόμου καθιερώνει, επίσης, κατώτατο όριο αριθμού μαθητών, 60 για τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια και 60 για τα Εκκλησιαστικά Λύκεια. Σε περίπτωση που ο αριθμός αυτός δεν επιτευχθεί μέσα σε μία τριετία, τα σχολεία θα κλείνουν. Η ρύθμιση αυτή μας βρίσκει αντίθετους για τους παρακάτω λόγους:
  • Αυτό δεν ισχύει πουθενά στη Δευτεροβάθμια Γενική Εκπαίδευση και είναι πρωτοφανές, ειδικά για περιφερειακά σχολεία.
  • Τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης αντιμετωπίζουν συνολικότερα πρόβλημα σχετικά με τον αριθμό των μαθητών, πολλώ δε μάλλον τα περιφερειακά σχολεία της δευτεροβάθμιας.
Άλλωστε, για τους γνωρίζοντες, τα Εκκλησιαστικά Σχολεία της χώρας είναι περιφερειακά και οι μαθητές τα επιλέγουν για να φοιτήσουν, ενώ και η ποσόστωση για την εισαγωγή στις Θεολογικές Σχολές, η οποία υπήρχε στο παρελθόν για τους μαθητές των Εκκλησιαστικών Σχολείων, έχει από χρόνια καταργηθεί, με αποτέλεσμα να χαθεί και αυτό το κίνητρο. Επιπλέον, από δεκαπενταετίας, έχει καταργηθεί η Δ΄ Τάξη των Εκκλησιαστικών Λυκείων, κατάργηση η οποία οδήγησε σε περαιτέρω αποδυνάμωση και «αποχρωματισμό» των σχολείων μας. Απορία δεύτερη: πώς είναι δυνατόν να καθιερωθεί κατώτατο όριο αριθμού μαθητών στα Εκκλησιαστικά Σχολεία και μόνο; Με το παρόν Σχέδιο Νόμου καταργούνται τα πιο ιστορικά Σχολεία της χώρας, όπως η Εκκλησιαστική Σχολή της Βελλάς Ιωαννίνων, η Πατριαρχική Εκκλησιαστική Σχολή των Χανίων, η Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή της Αθήνας, το Σχολείο του Προστάτη της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης Αγίου Νεκταρίου και στη θέση τους ιδρύονται Σχολές Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.), παρέχοντας στους σπουδαστές τους κίνητρα ισχυρότερα από αυτά των μαθητών των Εκκλησιαστικών Λυκείων και Γυμνασίων της χώρας.
Συγκεκριμένα:
  • Στο άρθρο 43 παρ. 1 δίνεται η δυνατότητα στους αποφοίτους να εισαχθούν στις Θεολογικές Σχολές, χωρίς πανελλαδικές, δηλαδή με κατατακτήριες εξετάσεις σε τρία μαθήματα.
  • Στο άρθρο 30  παρέχεται ακόμη και η δυνατότητα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης για συγκεκριμένα ή ακόμη και για όλα τα μαθήματα.
Συνεπώς, εδώ παρέχονται ιδιαίτερα κίνητρα τα οποία, εάν παρέχονταν και στα Εκκλησιαστικά Λύκεια – Γυμνάσια της χώρας, σίγουρα θα οδηγούσαν σε θεαματική βελτίωση τόσο των μεγεθών όσο και της λειτουργίας τους. Απορία τρίτη: γιατί η εφαρμογή αυτών των κινήτρων δεν εφαρμόζεται εδώ και χρόνια στα Εκκλησιαστικά Σχολεία της χώρας; Σημειωτέον ότι το εκπαιδευτικό προσωπικό των Σχολείων μας κατέχει σε υψηλό ποσοστό (περί το 50%) αυξημένα τυπικά προσόντα μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων που απαιτούνται για το εκπαιδευτικό προσωπικό των νέων σχολείων. Απορία τέταρτη: ποιος ο λόγος να μεταφερθούν οι συνάδελφοί μας στην Γενική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ψάχνοντας ένα νέο οργανικό κενό ή δίδοντας ξανά τα διαπιστευτήριά τους ότι είναι κατάλληλοι για τα νέα σχολεία, τη στιγμή που υπηρετούσαν σ’ αυτά τα σχολεία επί ολόκληρες δεκαετίες; Αυτό είναι παράλογο, θεωρούμε, διότι οι συγκεκριμένοι έμπειροι εκπαιδευτικοί ουδέποτε αξιολογήθηκαν και ουδέποτε κρίθηκαν ακατάλληλοι, ενώ καλούνται, γεγονός πρωτοφανές για την ιστορία της εκπαίδευσης, να κριθούν εκ νέου για να υπηρετήσουν στα ίδια σχολεία!
Συνεπώς, πρόκειται για εκδίωξη των εκπαιδευτικών και συγχρόνως για επανασύσταση των θέσεων αλλά και των σχολείων τα οποία μόνο σε ένα σημείο της επικεφαλίδας του άρθρου 13 ονομάζονται πρότυπα και πουθενά αλλού! Απορία πέμπτη: μετατρέπονται, τελικά, τα σχολεία σε πρότυπα ή δεν μετατρέπονται; Ανατρέπεται βίαια η υπαλληλική τους κατάσταση και παραβιάζεται η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης τους προς τη Διοίκηση στην οποία προσέφεραν επί πολλά έτη της υπηρεσίες τους και η οποία, με βάση την αναβάθμιση της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης καθορίζει όρους υποχρεωτικής απομάκρυνσης των υπαλλήλων της χωρίς να υπάρχει υπαιτιότητα σε βάρους τους, θίγοντας θεμελιώδη υπαλληλικά δικαιώματα των υπηρετούντων εκπαιδευτικών.

02 Ιουλίου 2021· Κατάθεσις εν Βλαχέρναις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου.

Με σεβασμό και τιμή
  • Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί του Συλλόγου Διδασκόντων της Πατριαρχικής Εκκλησιαστικής Σχολής (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο – Γυμνάσιο Χανίων) Κρήτης,σχολικού έτους 2020-2021.
  • Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί του Συλλόγου Διδασκόντων του Εκκλησιαστικού Σχολείου (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο) Πάτρας, σχολικού έτους 2020-2021.
  • Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί του Συλλόγου Διδασκόντων του Εκκλησιαστικού Σχολείου (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο - Γυμνάσιο) Λαμίας, σχολικού έτους 2020-2021.
  • Ο Διευθυντής και μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων του Εκκλησιαστικού Σχολείου (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο - Γυμνάσιο) Ξάνθης, σχολικού έτους 2020-2021.
  • Ο Διευθυντής και μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων του Εκκλησιαστικού Σχολείου (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο - Γυμνάσιο) Φλώρινας, σχολικού έτους 2020-2021.
  • Η Διευθύντρια και μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων του Εκκλησιαστικού Σχολείου (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο) Βελλάς Ιωαννίνων, σχολικού έτους 2020-2021.
  • Μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων της Πατμιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής (Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο – Γυμνάσιο), σχολικού έτους 2020-2021.

Ύστατη έκκληση για συμπαράσταση ενάντια στο ληστρικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων που περιφρονεί την Εκκλησία

Γράφουν οι: πρωτ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΡΜΟΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας πρωτ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ, Καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης  

Όταν εμφανίσθηκε το Νομοσχέδιο για την Εκπαίδευση και όσον αφορά το σκέλος του που, απρόσμενα και απροειδοποίητα, επιτίθεται στην Τριτοβάθμια Εκκλησιαστική Eκπαίδευση, δηλαδή στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες (ΑΕΑ), η συντονισμένη αντίδραση πάντων, καθηγητών, φοιτητών, του πρυτανικού συμβουλίου των ΑΕΑ, καθώς και πολλών Ιεραρχών της Εκκλησίας, υποχρέωσε την Υπουργό να δηλώσει στο ESOS ότι αυτό που τελικά θα γίνει θα είναι αυτό που θέλει η Εκκλησία.
Το Νομοσχέδιο καταργεί άμεσα τις δύο ΑΕΑ, Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων και θέτει τα θεμέλια για την κατάργηση των άλλων δύο, Αθηνών και Ηρακλείου, αποσπώντας τα δύο δεύτερα προγράμματά τους – έτσι, είτε ως μονοτμηματικές σχολές καταργούνται εντός ολίγου χρόνου λόγω των επιταγών της Μπολόνια, είτε καταργούνται ως αντισυνταγματικές, λόγω του ότι δεν θα μπορούν πλέον να φοιτούν κορίτσια σε αυτές.
Και η μεν ΔΙΣ του Απριλίου αποφάσισε να παραπέμψει το ζήτημα, λόγω της σοβαρότητάς του στην γενική Σύνοδο της Ιεραρχίας του Οκτωβρίου, η δε Υπουργός, αθετώντας πλήρως τα όσα είπε και αυτοδιαψευδόμενη, προχώρησε τάχιστα μή περιμένοντας κανέναν.
Όταν συνήλθε ξανά η ΔΙΣ τον Ιούνιο, δεν απεδέχθη το νομοσχέδιο όσον αφορά στις Ακαδημίες, και ζήτησε να διατηρηθεί τουλάχιστον η ΑΕΑ Θεσσαλονίκης, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, ολόκληρη η Ήπειρος, η Μακεδονία, και η Θράκη απομένουν χωρίς την κρατική Τριτοβάθμια Εκκλησιαστική εκπαίδευση, (την στιγμή μάλιστα που στο ΑΠΘ λειτουργεί Ισλαμικό Τμήμα και Σχολές Μουσουλμάνων ιεροδιδασκάλων στη Θράκη, όλα πληρωνόμενα από τον Έλληνα φορολογούμενο). Τα παραπάνω εστάλησαν ως επίσημη επιστολή της Συνόδου στην Υπουργό και το αίτημα υποστήριξαν, επιπλέον, με επιστολές τους στην Υπουργό, τριάντα σχεδόν Αρχιερείς από τις παραπάνω περιοχές.
Έτι περαιτέρω αυτοδιαψευδόμενη και με τρόπο βαθύτατα αυταρχικό και αντιδημοκρατικό η Υπουργός έρριξε στον κάλαθο των αχρήστων όλες τις παραπάνω επιστολές και, αγνοώντας προκλητικά την θέληση της απόλυτης πλειοψηφίας των Ιεραρχών της Εκκλησίας κατέθεσε το ληστρικό νομοσχέδιο προς δημόσια διαβούλευση, όχι μόνον χωρίς καμιάν αλλαγή, αλλά καθιστώντας το ακόμη πιό επιθετικό και άδικο, καθώς, όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, ακυρώνει τις σπουδές και τα πτυχία των υπερχιλίων πτυχιούχων των Προγραμμάτων Διαχείρησης και Συντήρησης Εκκλησιαστικών Κειμηλίων, επιτρέποντάς τους να… ξαναρχίσουν τις σπουδές τους, με… κατατακτήριες μάλιστα εξετάσεις, σε παραπλήσιο Τμήμα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής!!! Επιπλέον, όλως παρανόμως, προβλέπει επιλεκτική μεταχείριση των διδασκόντων στις καταργούμενες ΑΕΑ, με αυτούς της Θεσσαλονίκης να καταβαραθρώνονται (είναι άραγε αυτό η εκδικητική απάντηση στο πάγκοινο αίτημα της Ιεράς Συνόδου να μην κλείσει η ΑΕΑ Θεσσαλονίκης;) Εξίσου παράνομα και επιθετικά, αντί να επιτρέπει στους υπάρχοντες φοιτητές να τελειώσουν τις σπουδές τους εκεί που τις άρχισαν, αναγκάζει δευτεροετείς και τριτοετείς φοιτητές να μετακινούνται πεντακόσια και οκτακόσια χιλιόμετρα μακριά για να συνεχίσουν, ενώ είναι παγκοίνως γνωστό πως οι χειμαζόμενες οικονομικά οικογένειες πίσω τους είχαν διαλέξει την πόλη των σπουδών των παιδιών τους με κριτήρια οικονομικής δυνατότητας. Γενικά, αυτό που εντυπωσιάζει στο ληστρικό αυτό νομοσχέδιο είναι η κακότητα και η προσβλητικότητα με την οποία αντιμετωπίζει διδάσκοντες και σπουδάζοντες στις ΑΕΑ, καθώς και η απευθείας προσβολή του κύρους της Ιεράς Συνόδου, καθώς και των δεκάδων επιπλέον Ιεραρχών που τολμούν να ζητήσουν τα εντελώς αυτονόητα.
Επειδή το αντιεκκλησιαστικό (και αντεθνικό) αυτό νομοσχέδιο ευρίσκεται μέχρι τις 14 Ιουλίου σε δημόσια διαβούλευση, μπορούμε ωστόσο ακόμη να αντιδράσουμε.
Θα θέλαμε να παρακαλέσουμε κάθε Χριστιανό αλλά και κάθε σκεπτόμενο και δίκαιο άνθρωπο να συμβάλει στην διαμαρτυρία κατά του άδικου και επιθετικού αυτού νομοσχεδίου, το οποίο αναιτιολόγητα καταστρέφει την Τριτοβάθμια Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, ευρισκόμενη σε πλήρη λειτουργία και άνθηση. Οι πιθανοί τρόποι αντίδρασης είναι α) ανάρτηση ευπρεπών και τεκμηριωμένων σχολίων στον ιστοχώρο http://www.opengov.gr/ypepth/?p=5915#comments (αφορά στα άρθρα 155, 156, 169), β) ταχύτατη παρέμβαση προς βουλευτές όλων των κομμάτων ώστε να ματαιώσουν τον επικείμενο καταστροφικό παραλογισμό.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2021

«O tempora, o mores!», Κικέρων

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σε καιρούς χαλεπούς, ωσάν τους σημερινούς, εξ αφορμής της μάστιγας των εκκλησιαστικών σκανδάλων, καθημερινή είναι η παρουσία των κριτικών του ήθους και του βίου ανάξιων κληρικών, μεγαλόσχημων και μικρόσχημων. Αυτή η κριτική, καθώς φαίνεται, αποκτά συχνά τον χαρακτήρα ιεροπραξίας, όταν αναφέρεται σε κληρικούς που με τις πράξεις τους προκαλούν τα χρηστά ήθη. «Ω καιροί, ω ήθη!» λοιπόν και σήμερα, με τους γνωστούς κριτικούς «παντελονάδες» - αφήνω στην άκρη τους δημοσιογράφους των κρατικών και ιδιωτικών καναλιών, γιατί και στις δύο αυτές εκδοχές της τηλεόρασης, κρατική και ιδιωτική, συντελείται ο πλέον ωμός εξευτελισμός του ανθρώπινου προσώπου - ν’ αξιώνουν τη λύτρωση της Εκκλησίας από ερωτίλους ιερείς. Ότι η Εκκλησία νοσεί βαρύτατα κανείς δεν το αμφισβητεί. Με τόλμη και γνώση συνεχώς το επισημαίνουν κορυφαίοι εκπρόσωποι των θεολογικών γραμμάτων μας. 
Τρία, όμως, ερωτήματα φαίνεται να ζητούν απάντηση: αξίζει να ασχολείται κανείς με ανήθικους και ανάξιους κληρικούς; Και αν αξίζει, γιατί να το κάνει; Για να διατυμπανίζει ότι στέρεψε η πίστη στην Εκκλησία; Η απάντηση, νομίζω, πως είναι μία και αποστομωτική: «Στέρεψε η πίστη, λένε μερικοί. Η πίστη δε στερεύει ποτέ, γιατί ποτέ δε στερεύει το άγνωστο». Αυτά γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στα Collectanea του. Δεν χωρά καμιά παρανάγνωση στα γραφόμενά αυτού του κορυφαίου κριτικού, λογοτέχνη και συγγραφέα.


Θεολογία Γιανναρέλλη, Πανηγύρι σε ξωκκλήσι· [στο: ΕΙΡΗΝΗ ΣΙΔΕΡΗ - ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ. (2003). Θεολογία Γιανναρέλλη. Η λαϊκή ζωγράφος της Λέσβου. Μυτιλήνη, σ. 84 & ΜΑΡΙΑ ΒΑΪΝΑ, «Η ώρα της λαϊκής Ζωγράφου Θεολογίας (1905-1981). Από τη λαϊκή ζωγρφική στην παιδαγωγική», Θαλλώ, τχ. 9 (Καλοκαίρι 1997) 209].